Translate

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΠΑΤΑΡΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Στείλετε στο leonidasorf@gmail.com ένα κομμάτι από κάθε νέα έκδοση σας και θα το αναρτώ .

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Κι όμως υπήρξε .

ΜΙΧΑΛΗΣ ΔΕΛΗΣΑΒΒΑΣ

Η μητέρα δεν είναι εκεί ούτε στον ουρανό , ούτε
στην γη ; Αν είναι δυνατόν …..
Και όμως υπήρξε , είναι βέβαιο πως υπήρξε
μ΄ ένα χαμόγελο στην άκρη των χειλιών θλιμμένο
πάντοτε κάποιας ηλικίας ή και καμίας όπως οι άγγελοι ,
ουδέποτε νέα , όπως όλες οι μανάδες
Ν αλλάξουμε , αυτό ναι, πάντοτε τόθελε
να μην πονάμε ,και νάμαστε
ποιο τυχεροί από την ίδια, η έγνοια αυτή προπαντός,
στο πάντοτε άγρυπνο βλέμμα της , και ο φόβος για την
τύχη και το άγνωστο .
Τίποτα δεν θ΄ αλλάξει και νάρθει
Δεν θα σου απαντήσει , όσο και να πατήσεις
Το μηδέν στο τηλέφωνο πάλι και πάλι, ακόμα και
να ουρλιάξεις .
Όσο ήταν εδώ , όσο δεν την άκουγες εσύ που σου μιλούσε , τώρα πια δεν σ΄ ακούει
κι ο φόβος της εκείνος , ωρίμασε
ίσως και να περίσσεψε τώρα που έγινε και δικός σου
Σαν τον καθρέπτη ή σαν την φωνή σου την ακούς,
βλέπεις το πρόσωπο σου στον καθρέπτη αλλά δεν τον αναγνωρίζεις .

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ( Σερενές )

Ως επί το πλείστον
Τα σχέδια
Μένουν στο χαρτί

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ


(οι) μεγάλες νίκες ,
(οι) μεγάλες ήττες
επικίνδυνα κοντά

Σερενές

ΟΙ μήτρες των θεών

Λεωνίδα Ορφανουδάκη

Στις μήτρες των αγέννητων θεών

Μέσα στις μήτρες των αγέννητων Θεών ,
η μάνα του Φόβου η Άγνοια ,
και η κόρη της Ανάγκης η Ελπίδα ,
Θεούς γεννούνε να τους έχουμε ασπίδα .

Εκεί κι η πρωτοκόρη η αμαρτία
ολόχρυσα για αυτούς κεντά στολίδια
κλεμμένα απ των ανθρώπων τα παιχνίδια.

Να και ο Θάνατος παρέκει
εις των θνητών τις γέννες παραστέκει,
όσοι θωρούνε κλαίνε και γελούνε
δεν ξέρουν που τον πόνο τους να πούνε.

Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

ΚΩΣΤΑΣ ΧΕΛΜΟΣ

Ψάχνω τη ρωγμή στο κενό,
τη στενή και αφύλακτη διάβαση
να φυγαδεύσω τα όνειρα των παιδιών
σε λιβάδια πράσινα, ειρηνικά,
γεμάτα τριανταφυλλιές και παπαρούνες.
Πιστεύω η κακοκαιρία θα σταματήσει.
Θα σιγήσουν τα όπλα στον πλανήτη μας
και θα μιλήσει ξανά ο ποιητής
ντυμένος με τον ήλιο και την καρδιά μας.

Δεν σου ζητώ πολλά

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΣΙΝΑΚΗΣ

Δε σου ζητώ πολλά, παρά μόνο να μ΄ αφήσεις
να φτιάξω το σπίτι της αγάπης μου,
κάτω απ΄ την καταγάλανη ματιά σου
και τον κρυστάλλινο ήχο του γέλιου σου.
Δε σου ζητώ πολλά, παρά το γέλιο σου
να μην αλλάξει το σκοπό του, γιατί μοιάζει
σα συμφωνία μουσικής στη ρεματιά
που τη γεμίζουνε τ΄ αηδόνια.

ΑΠΟΥΣΙΕΣ

Αυγερινού Μαυριώτη

Έσπασε το στήθος της μοναξιάς
σαν ένα ρόδι στο κατώφλι της υπεροψίας
και σκόρπησα τις ώρες μου
στις πολύβουες πολιτείες της γης .

Φεύγω και ξανάρχομαι πάλι
κι εσύ ένα όνομα αμετάθετο
σαν ένας γκρεμός που σκοτώνει
τους γλάρους των επιθυμιών .

Ήθελα πολύ να σ αγγίξω
μα ξεμάκραινες
όπως τ όνειρο στον τρίτο ύπνο ,
καταμεσής στη θύελλα
γλάρου φτερούγα αζύγωτη .
Παιχνίδιζες με τους αφρούς
των κρίνων
αθέλητη εμβολή
στην ασίγαστη ροή των πόθων
άγνωμη του έρωτα παρθένα .

Λιποτάκτησε τ αστέρι σου
κι έμεινες γυμνή
στο σκοτάδι με τις επιθυμίες
να λογχίζουν το πεπρωμένο σου
κι ένα όνομα που υπερασπίζεται τα χρόνια μας .

Σε πήρανε ένα ανυποψίαστο πρωινό.
Άφησα να σε πάρουν
και δεν ήξερα κατά που
γυρίζει ο πόνος .

Θλιμμένη μου έγνοια
που να σ ακουμπήσω ,
αγριοπερίστερο
της απέραντης μοναξιάς

Ο άνεργος

ΚΩΣΤΑΣ ΧΕΛΜΟΣ

Περισσεύουν τα χέρια στον άνεργο
και δεν ξέρει που να τα κρύψει.
Περισσεύει η καρδιά του στον άνεργο
και δεν ξέρει τι να την κάμει.
Κάθε μέρα και κάθε νύχτα
με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο
τον σταυρώνει αλύπητα η ανεργία
και δίπλα το ξεθωριασμένο βιογραφικό του.
Ιησούς Χριστός
του Ιωσήφ και της Μαρίας.
Ξυλουργός. Ετών τριάντα τρία.
Άνεργος…

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

Ο Φίλος , ο γιατρός και το φακελάκι .

"Ο Φίλος , ο γιατρός και το φακελάκι ."

Φίλε Τάκη είναι η τέταρτη φορά σε 12 μέρες που ο αδελφικός σου φίλος (όπως τον λες ) ο χειρούργο σου , αναβάλει για κάποιο λόγο να σε βάλει στο χειρουργείο . Τι έγινε πάλι σήμερα , γιατί λέει ότι δεν θα σε χειρουργήσει ; Όχι φίλε μου ο προβολέας του δεύτερου χειρουργείου δεν χάλασε και τα δύο χειρουργεία κάτω λειτουργούν κανονικά , κατέβηκα και ρώτησα . Είμαι τελείως βέβαιος πλέον . Όλοι οι άλλοι ασθενείς στον όροφο λένε ότι ο φίλος σου παίρνει φακελάκι και εγώ σου λέω ότι το θέλει και από εσένα . Μην ανησυχείς δεν θα προσβληθεί ο φίλος σου ο μ@λ@κ@ς ! Πήγαινε βρες τον μόνο και μίλα του . Δέκατη έκτη μέρα σήμερα Τάκη μου και σε βλέπω επιτέλους να φεύγεις για το χειρουργείο ! Τι έγινε τι σου είπε ; Πεντακό μπροστά και Χίλια μετά ; Α έτσι ! Μπράβο , ωραία , καλή τιμή φιλική τιμή ! Είχες δίκιο δεν χάθηκε ακόμα το φιλότιμο και η ανθρωπιά . Μόνο σε παρακαλώ , εμένα μη με συστήνεις για φίλο σου .

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

HANDE θα πεί..λουλούδι

Ήχοι τρομαχτικοί σάλευαν το νού σ εκείνη την προκυμαία ,καθώς χιλιάδες ζωές πάσχιζαν να βρούν μια θέση σε κάποια βάρκα ,για να τους πάει μέχρι τα καράβια που περιμένανε στη ράδα . Κάρα φορτωμένα με πραμάτειες,παιδιά μοναχά και βρώμικα,κυρίες με κρινολίνα,αξιωματικοί αξύριστοι με ξηλωμένες τις επωμίδες,παπάδες,αγρότες,όλοι σ ενα συνονθύλευμα ,σπρώχνανε προς το πουθενά,σαν το κύμα της θάλασσας που ξεσπά με ορμή στα βράχια και στο κατόπιν γυρίζει πίσω παραδομένο και χωρίς ορμή .Πτώματα στη θάλασσα από εκείνους που αυτοκτόνησαν ή που αναποδογύρισε η βάρκα τους,Και πίσω τους η φωτιά να μαίνεται καίγοντας ανεμπόδιστη ότι απόμενε από κείνη την ζωντανή και ακμάζουσα πόλη του Ελληνισμού,τη Σμύρνη.Στάθηκε κι εκείνος στη προκυμαία χωρίς ελπίδα,αφήνωντας την φαντασία του να ταξιδέψει προς τα πίσω,εκεί που ο νούς γαληνεύει από τους χτύπους μια γυναικείας καρδιάς.Την είχε ερωτευθεί στον Μπουρνόβα,.. ήτανε Τουρκοπούλα.Την πρωτόδε στο παζάρι μαζί με τους γονιούς της ένα χρόνο πρίν,καθώς περιπολούσε καμαρωτός πάνω στο μαύρο άτι του.Ητανε Ιλλαρχος και μάλιστα παρασημοφορημένος για ανδραγαθεία στις μάχες των προηγούμενων ημερών.Παιδί αγροτών από την Ρούμελη,μεγαλωμένος στη φτώχεια και στην ανέχεια,αλλά και απόφοιτος του οχταταξίου Γυμνασίου στη Λαμία,εκπαιδεύθηκε σαν έφεδρος αξιωματικός του Ιππικού.Σε όλες τις μάχες διακρίθηκε σπέρνωντας τον πανικό στους Τούρκους,αλλά σεβόμενος τους αμάχους πολλές φορές υπερασπίζοντας τους.Αυτό έκανε και στον Μπουρνόβα,όταν κάποιος δικός μας επιχείρησε να βιάσει την πανέμορφη Χάντε ,μπροστά στους δικούς της,στο παζάρι.Ορμησε κατά πάνω του σαν τον χάροντα και με την κυρτή του σπάθα του απόκοψε το δεξί χέρι.Δεν μπορούσε να δεχθεί το βιασμό μιας γυναίκας,τον βιασμό της ίδιας της ζωής.Αυτή η ενέργεια του ,του στοίχισε ένα αστέρι.Τον υποβιβάσανε σε υπίλαρχο,με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς να δώσουνε βάση στους λόγους που τον οδήγησαν σε μια τέτοια πράξη,Στην φυλακή παρέμεινε ένα μήνα,με μόνο επισκέπτη την πανέμορφη Χάντε,που του έφερνε ότι καλούδια μαγείρευε η μάνα της.Βλεπόντουσαν πίσω απ τα κάγκελα και για πολύ λίγο,όμως αρκετός χρόνος για ν αναπτυχθεί ο έρωτας ανάμεσα τους,έστω και με νοήματα,έστω και με τα μάτια.¨Μ αρέσει το ονομά σου¨¨της είπε κάποια μέρα.Εκείνη τότε λές και τα βλέμματα αγάπης μπορούνε να ερμηνεύσουνε την κάθε λέξη,έτρεξε προς ένα κοντινό χωράφι και γύρισε κρατώντας ένα λουλούδι.Του το πρόσφερε τρυφερά,λεγοντάς του ¨¨χάντε..λουλούδ騨΄΄Εμένα με λένε Ομηρο της είπε εκείνος χαμογελώντας.Στο άκουσμα του ονόματος αστράψανε τα κατάμαυρα μάτια της¨¨Ομηρος..Ομέρ¨¨ψέλλισε τιτιβίζοντας σαν πουλάκι,ενώνοντας τα χέρια της με τα δικά του...Τι δύναμη που έχει η αγάπη,πόσα μπορεί να ξεπεράσει,πόσα μπορεί να κατασιγάσει,πόσα ονειρα πλέκει,,πόσα μπουντρούμια φωτίζει.
Η επικοινωνια του με την αγαπημένη του Χάντε,το ¨¨λουλούδ騨 του ,δεν συνεχίστηκε καθώς τα πράγματα πήγαιναν πολύ άσχημα στο νέο μέτωπο πού άνοιξαν κάποιοι άφρονες δικοί μας,οραματιζόμενοι την ανασύσταση της .. Βυζαντινής αυτοκρατορίας.Για μηνες το αίμα κι απ τις δύο πλευρές γέννησε μίσος άσβεστο και εκδικητικότητα .Στην οπισθοχώρηση έμαθε τα μαύρα μαντάτα.Κάποιοι λιποτάκτες κατέσφαξαν τους γονείς του ¨¨λουλουδιού¨¨ του ενώ εκείνη αφου την βίασαν την πέταξαν σ ένα λάκο με κοπριές με το κορμί της κατατεμαχισμένο.Ευτυχώς που κάποιοι συγχωριανοί τους σπευσανε και τους θάψανε πρόχειρα σε κοινό τάφο ,πριν προλάβει ο ίδιος ν αντικρύσει εκείνη την φριχτή εικόνα.
Κατέβηκε από το άτι του κραδαίνωντας σαν τρελός την σπάθα του αποδιώχνοντας μακριά κάθε ανθρώπινο πλάσμα.Κατόπιν γονάτισε και πέφτοντας πάνω στη σωρό από το φρέσκο χώμα που σκέπαζε την αγαπημένη του μαζί με τους δικούς της,άρχισε να την φωνάζει ¨¨Χάντε,λουλούδι μου,σήκω γύρισα να σε πάρω μαζί μου¨¨
Ο θρήνος μιας αντρίκιας ψυχής που δεν κιότεψε σε καμία μάχη,αλλά που μπροστά στο χαμό της αγαπημένης γρύλιζε σαν πληγωμένο θεριό.Σηκώθηκε ορθός και κόβωντας ένα λουλούδι το ακούμπησε πάνω στον τάφο των χαμένων ονείρων.Μετά σε στάση προσοχής και με τη σπάθα του στην θέση απονομής τιμών μπροστά απ το μουσκεμένο απ τα δάκρυα πρόσωπο,άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί προς τα σύγνεφα που λάκιζαν στον νοτιά.Μια φωνή απ τη μεριά της θάλασσας διέκοψε το ταραγμένο ταξίδι του νού .
Μια βάρκα σχεδόν φισκαρισμένη είχε αράξει ακριβώς μπροστά του.¨¨Ελα ήρωα,έχουμε μια θέση και για σένᨨακούστηκε.Ητανε κάποιο δικοί του συνάδελφοι αλλά και πολίτες της άρχουσας τάξης στοιβαγμένοι εκεί μέσα.Ειχανε καταφέρει με τις χρυσές τους λίρες να εξαγοράσουν την σωτηρία τους.Αλλοίμονο στους άλλους,τους πολλούς που δεν είχανε τον παρά για κάτι τέτοιο.Δίπλα του μια νέα γυναίκα με απλανές βλέμμα και μ ένα κοριτσάκι στην αγκαλιά,τον κοίταξε για μια στιγμή βαθιά στα μάτια.Εσκυψε το κεφάλι μπροστά σ εκείνο το βλέμμα της απόγνωσης.Ήταν το βλέμμα μιας μάνας που ανήμπορη και με σφιγμένο στην αγκαλιά της το βλαστάρι της, τον προκαλούσε να δώσει την πιο μεγάλη μάχη στη ζωή του,την μάχη με τον εαυτό του.
Χωρίς δεύτερη σκέψη και σχεδόν σπρώχνοντας την,την βοήθησε να δρασκελίσει το κενό και να μπεί στη βάρκα ,κρατώντας εκείνος το κοριτσάκι της στην αγκαλιά του."Τί ζεστασία που δίνει το σωματάκι ενός παιδιού έστω και κατουρημένου",μονολόγησε,σπεύδοντας να το παραδώσει στον λεμβούχο κι εκείνος με την σειρά του στη νεαρή μητέρα..Εκείνη μουσκεμένη στο κλάμα του έστειλε ένα φιλί,,το μεγαλύτερο παράσημο που δεν καρφιτσώνεται στο στήθος,μα στην ψυχή του άντρα. ¨¨Οι Τσέτες,οι τσέτες¨¨ακούστηκε από φωνές σε απόγνωση κοντά του. Καβαλαραίοι και πεζοί ξεχύθηκαν μανιασμένοι στο ανήμπορο πλήθος που πανικόβλητο έπεφτεστην θάλασσα.Ανέβηκε γοργά στο άτι του και χώνοντας τα σπιρούνια βαθειά στη σάρκα του,όρμησε σαν τον άνεμο με σηκωμένη την σπάθα προς εκείνο το μπουλούκι που απερίσπαστο είχε αρχίσει να θερίζει ψυχές και σώματα.Λένε πως σ εκείνα τα μέρη τις νυχτιές τα Αυγούστου ,ακούγονται οπλές αλόγου και μια απόκοσμη φωνή να καλεί την αγαπημένη του ,΄Χάντεεεεεε¨..
Μαράκος

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Έκπτωτοι άγγελοι σε καμένη γη ……

Σε πίστεψα χωρίς να σε ξέρω
Σ’ ονειρεύτηκα μέσα στο θολό καπνό
Στους αιώνες που κούρασαν τη σκέψη σου
Σε φοβάμαι γιατί μπροστά σου είμαι γυμνό παιδί σε μήτρα δανεική
Κι αν το πρωί ξυπνάω κουβαλώντας την ανάσα σου
Είναι γιατί από καιρό σε κρύβω μέσα μου
Ακούω τη φωνή σου να προφέρει το όνομά μου
Κι αρχίζει η πτώση χωρίς τέλος χωρίς αρχή
έκπτωτοι άγγελοι σε καμένη γη
πλήρωσαν το τίμημα να θέλουν να γίνουν θεοί
Και το δωμάτιο κλείνει οι τοίχοι στενεύουν
Κι εσύ ακόμα να βγεις από μέσα μου
Γιατί ακόμα έχεις τα φτερά που σου κλέψανε
Αυτά που ψάχνω να βρω στο φιλί σου που θυμίζει βροχή
Στη μορφή σου που βγήκε από νουβέλα γιατί απαίτησες να λάβεις ζωή
Φύγε σου φώναξα φύγε φοβάμαι γιατί ήσουν θεός
Κι όταν γύρισες να φύγεις σε αναγνώρισα…
Αφού το άρωμά σου ήταν ακόμα στο κορμί μου
Από τότε που έπεφτε η Πόλη
και μέσα στις φλόγες μέσα μας γεννιόταν η ζωή
Σε θυμάμαι να στέκεσαι αμίλητος ενώ γύρω μας όλα καιγόταν
Βυθισμένος σε μια κατάρα που σ ’έκανε να είσαι ο εκλεκτός
«Έρωτα δεν έπρεπε να βγεις από τη νουβέλα» σου είπα
Τώρα θα γίνεις θνητός
«Θα κρυφτώ μέσα σου » μου είπες
Κι εγώ σ’ αγκάλιασα γιατί αυτή τη φορά ήρθες για να μείνεις θεός ……
Vicky Zar

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

Προειδοποίηση

Προειδοποίηση
Λεωνίδα μην εμπιστεύεσαι τον κύριο
Με το ακριβό κουστούμι και το ψηλό καπέλο .
Έτσι που το πάει δεν αποκλείεται
πολύ σύντομα να τον δούμε,
να γίνεται και ο πρώτος σωματέμπορας
Των αγίων και των αγγέλων της χώρας μας…

Κώστας Χελμός

Οι Νεκροί

Οι Νεκροί
Όμως ας το δούμε και κάπως αλλιώς .
Μιλάω πάντα για τους νεκρούς,
που κοιμούνται ήσυχοι και δίπλα – δίπλα
απαλλαγμένοι από το φόβο του θανάτου .
Απαλλαγμένοι από το φόβο της αμαρτίας
και την απειλή της νέας έξωσης,
ενώ οι ποιητές που δεν βλέπουν
την άλλη όψη του νομίσματος ,
διαβάζουν τα αγαπημένα τους ποιήματα,
όρθιοι σε άδειο δωμάτιο . Ευτυχισμένοι .
Πάντως ο γελαστός της φωτογραφίας
Που τόσο μου μοιάζει δεν είμαι εγώ.
Κώστας Χελμός