Όπως πάντα, καλούσε η αρμύρα εγερτήριο κι εκείνος, σαν σε φυλάκιο, φορώντας
μονοφόρι τα παρδαλά του ταχυδακτυλουργού ρούχα και σφίγγοντας με καημό του
γελωτοποιού τη ράβδο, κόλλησε γοργά και μ’ αγωνία τ’ αυλακωμένο από τη
μοναξιασμένη του μουσική, τόσα πια ηλιοβασιλέματα κι ανατολές, πρόσωπο στο
φινιστρίνι, που τ’ άγιαζε το μαστίγωμα των κυμάτων κι η σκαμπαβία απυξίδωτης
πορείας, να δει πώς κυματούται ο κόσμος. Ολομεμιάς, η επανάληψη των ήλιων σε
παρέλαση και των ασύμμετρων διεγέρσεων σε ευθυγράμμιση τον έσπρωξε στην ίδια,
χρόνους τώρα, τρισχαρίτωτα απελπισμένη κίνηση : τα δόντια να χώσει τόσο βαθιά
στη σάρκα του που το στόμα να γεμίσει αίμα, ιστούς, νεύρα, κρέας ανθρώπινο,
φλέβες, κάτι προαιώνια ζεστό, αρχέγονα καθημερνό, σημάδι κι ανακούφιση πως ο
κόσμος ακόμη ολοζώντανος δήλωνε ΒΡΑΧΟΒΙΩΤΟΣ ! Πως δεν του’χαν σκυλέψει τ’ όνομα
οι αργυραμοιβοί και τα θρασίμια των ανάλατων φωταγωγήσεων με την κονκάρδα του
φόβου καταμεσής στο στήθος και τη φωνή που νόθευε κάθε βλέμμα. Πως ακόμη
λεγόταν Λιάκος ! Ω καταφατική Ειρήνη !
Το θέαμα έξω παρίστανε αδιατάρακτη ποιμενική ειρήνη.
Βήματα δίχως φλάμπουρα και οι φωνές ακάπνιστες
Χέρια που δεν λευκάνθηκαν στου μπαρουτιού τ’ αγίασμα
παρά αλλάζουν μέταλλα κι ανακατεύουν φαγητά
με κολλημένη τσίκνα πάνω τους απ΄τα καμένα όνειρα
και τις περίζωστες φωνές δίχως βουνίσιο αντίλαλο
από τις κορυφογραμμές και τα χαραδρορέματα
ασύνταχτων συνουσιών και πόθων αναστυνόμευτων.
Ρούχα που δεν λερώθηκαν παρά μοσχομυρίζουν
που ούτ’ αίμα τα μύρωσε, ούτε φιλούν το χώμα
παρ’ ήσυχα κι ανενόχλητα κρέμονται σε ντουλάπες
και αύριο θα φορεθούν, γιαγέρνοντας το βράδυ !
Ήσυχος κόσμος, αστικός, ειρηνικός προδότης
που με το κύμα χόβολη, κολάρο στις λιακάδες
και με το φόβο μπιστικό στην πιο μύχια του σκέψη
ναρκοθετεί αμέριμνα του ήλιου τα ντερβένια
και σε γραφεία άραχλα μολεύει τις ανάσες
φορά σακούλα στη ζωή, κερνά την ασφυξία.
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! "
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! »
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! »
Ο δημοσιογράφος της διπλανής πόρτας και του ημιφωτισμένου αιώνες τώρα τελευταίου ορόφου, αμερόληπτα σχολίαζε και λογικά μας ξόρκιζε μόνοι για να μην μείνουμε και νιώσουμε τη δύναμη των μέσα μας χειμάρρων
«Προσκύνα, Λιάκο, τον πασά, προσκύνα τον βεζίρη,
πρώτος να ήσ’ αρματωλός, δερβέναγας να γένης»
Το φινιστρίνι έβγαζε πάντα στο ίδιο θέατρο, στο ίδιο έργο και με τον ίδιο μοναχικό θεατή.
Βήματα δίχως φλάμπουρα και οι φωνές ακάπνιστες
Χέρια που δεν λευκάνθηκαν στου μπαρουτιού τ’ αγίασμα
παρά αλλάζουν μέταλλα κι ανακατεύουν φαγητά
με κολλημένη τσίκνα πάνω τους απ΄τα καμένα όνειρα
και τις περίζωστες φωνές δίχως βουνίσιο αντίλαλο
από τις κορυφογραμμές και τα χαραδρορέματα
ασύνταχτων συνουσιών και πόθων αναστυνόμευτων.
Ρούχα που δεν λερώθηκαν παρά μοσχομυρίζουν
που ούτ’ αίμα τα μύρωσε, ούτε φιλούν το χώμα
παρ’ ήσυχα κι ανενόχλητα κρέμονται σε ντουλάπες
και αύριο θα φορεθούν, γιαγέρνοντας το βράδυ !
Ήσυχος κόσμος, αστικός, ειρηνικός προδότης
που με το κύμα χόβολη, κολάρο στις λιακάδες
και με το φόβο μπιστικό στην πιο μύχια του σκέψη
ναρκοθετεί αμέριμνα του ήλιου τα ντερβένια
και σε γραφεία άραχλα μολεύει τις ανάσες
φορά σακούλα στη ζωή, κερνά την ασφυξία.
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! "
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! »
« Να διαφυλαχθεί η κοινωνική γαλήνη και η δημοσία τάξις ! »
Ο δημοσιογράφος της διπλανής πόρτας και του ημιφωτισμένου αιώνες τώρα τελευταίου ορόφου, αμερόληπτα σχολίαζε και λογικά μας ξόρκιζε μόνοι για να μην μείνουμε και νιώσουμε τη δύναμη των μέσα μας χειμάρρων
«Προσκύνα, Λιάκο, τον πασά, προσκύνα τον βεζίρη,
πρώτος να ήσ’ αρματωλός, δερβέναγας να γένης»
Το φινιστρίνι έβγαζε πάντα στο ίδιο θέατρο, στο ίδιο έργο και με τον ίδιο μοναχικό θεατή.
Τόσο ανάλλαχτα πια, τόσο μονόχορδα, που να σπέρνεται η
υποψία μήπως παρα-μορφώνει…
«Όσο’ναι Λιάκος ζωντανός, πασά δεν προσκυνάει’
πασά ’χει ο Λιάκος το σπαθί, βεζίρη το τουφέκι».
«Όσο’ναι Λιάκος ζωντανός, πασά δεν προσκυνάει’
πασά ’χει ο Λιάκος το σπαθί, βεζίρη το τουφέκι».
[ ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΩ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ
ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΌ ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ. Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Η
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΥΤΗ ΣΤΟ ΑΝΤΙ Χ ΛΟΓΟΥ ΕΙΝΑΙ ΗΘΕΛΗΜΕΝΟΣ ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
ΚΑΙ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ, ΑΦΟΥ ΤΟ ΕΡΓΟ ΑΥΤΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΩΣ ΣΤΟ
ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ. ]
ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου