Translate

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΠΑΤΑΡΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Στείλετε στο leonidasorf@gmail.com ένα κομμάτι από κάθε νέα έκδοση σας και θα το αναρτώ .

Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

ΤΟ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟ ΚΑΙ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ : ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ 
ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ

Από την εξαιρετική  Πολύπλευρη  παρουσίαση που έγινε στο Έργο του 
ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ 
Στις 20 /Αυγούστου 
στον Αγ. Γεώργιο  ΣΤΟΝ ΒΑΜΟ Χανίων .

ΤΟ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟ ΚΑΙ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ « ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ»

Επιμέλεια παρουσίαση Ρούλα Βουράκη

φιλόλογος - ερευνήτρια 


Υπάρχουν πολλοί λόγοι ν΄ αγαπήσει κανείς τον τόπο του κι ένας απ΄ αυτούς είναι σίγουρα η λογοτεχνία, αρκεί ο τρόπος και τα μέσα της να τον ελκύουν. Μα την ίδια τη λογοτεχνία έχεις έναν μόνο δρόμο για να τη γνωρίσεις και να την αγαπήσεις  κι αυτός περνάει κατευθείαν μέσα από το δημιουργό της, τον έμψυχο εκφραστή της , την πνοή της έμπνευσης, το ζωντανό αποτύπωμα στο χρόνο. Για μένα προσωπικά, η αγάπη για τον τόπο που γεννήθηκα, την Κρήτη και η έλξη της λογοτεχνίας συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο ίδιο πρόσωπο, στην εμβληματική, απόλυτα γοητευτική Νιτσεϊκή φυσιογνωμία, της Οικουμενικής Φωνής του Κρητικού στοχαστή και συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη. Έκτοτε στη συνείδησή μου κάθε επαφή με νέο τόπο λογοτεχνικό, φέρει αρχετυπικά, συνειρμό αναπόφευκτο προς το μεγάλο συγγραφέα.
Ο λόγος πάντως που με ώθησε να ασχοληθώ στην εισήγηση αυτή με το δημοφιλέστερο ίσως μυθιστόρημα του Καζαντζάκη, τον « Βίο και την Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» δεν είναι ούτε ο γοητευτικός τρόπος που ζωγραφίζεται στις σελίδες του η Κρητική ομορφιά, ούτε καν αυτή η συναρπαστική περιδιάβαση που πραγματοποιείται στον κόσμο των ιδεών είναι η δυνατή απόδοση της βαθιάς πνευματικής επικοινωνίας δύο ριζικά αντίθετων χαρακτήρων ανδρών, του Ζορμπά και του Καζαντζάκη, καθώς και ο οίστρος της αλληλεπίδρασης τους.
2Μιλώντας ο ίδιος ο Καζαντζάκης στον πρόλογο του μυθιστορήματος του για τις έμψυχες επιρροές θα παραδεχτεί : ‘Αν ήθελα να ξεχωρίσω ποιοι άνθρωποι αφήκαν βαθύτερα τ’ αχνάρια τους στην ψυχή μου, ίσως να ξεχώριζα τρεις τέσσερις: τον Όμηρο, τον Μπέρξονα, το Νίτσε και το Ζορμπά» Δικαιολογώντας μάλιστα την τελευταία επιλογή του θα συμπληρώσει παρακάτω : «Ο Ζορμπάς μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο. Αν ήταν στον κόσμο όλο σήμερα να διάλεγα έναν ψυχικό οδηγό, «γκουρού» όπως τον  λένε οι Ιντοί, «Γέροντα» όπως τότε λένε οι καλόγεροι στο Άγιονόρος, σίγουρα θα διάλεγα το Ζορμπά».
Στην αναδίφηση της σχέσης των δύο αυτών ανδρών που χτίστηκε αληθινά στη Μάνη και πλάστηκε εν συνεχεία μυθικά στην Κρήτη συναντά κανείς την πιο αυστηρή αυτοκριτική της ψυχρής διανόησης και τον αμέριστο θαυμασμό στην αυθεντικότητα του γνήσια λαϊκου. Με αλλά λόγια το απολλώνιο στοιχείο του διανοούμενου Καζαντζάκη συμπορεύεται με το διονυσιακό του Ζορμπά εξομαλύνοντας τις όποιες αντιθέσεις στον πιο γόνιμο συγκερασμό αντίπαλων στοιχείων, στο πιο δυνατό αντιστάθμισμα αντίζυγων τάσεων.
Υπάρχει κάποιο στοιχείο ειρωνείας στη συγγραφική πορεία του Καζαντζάκη, διότι ενώ επιθυμούσε σφοδρώς να περάσει στους επιγενόμενους ως ποιητής, η κύρια συμβολή του στα νεοελληνικά γράμματα ανήκει στο χώρο της πεζογραφίας. Ο Βίος και η Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά που γράφτηκε στην Αίγινα τα δύο πρώτα χρόνια της Κατοχής από τον Αύγουστο του 1941 έως τον Μάιο του 1943 και κυκλοφόρησε το 1946 ανήκει στην τρίτη συγγραφική περίοδο του Νίκου Καζαντζάκη που καλύπτει το χρονικό διάστημα : 1941 – 1957 και αντιπροσωπεύει την πιο δημιουργική φάση της συγγραφικής του δραστηριότητας. Στο μυθιστόρημα αυτό αναπλάθεται όλη η μυθική ζωή της Κρήτης στο τέλος του ΙΘ’και στην αρχή του Κ’ αιώνα. Μαζί με τον « Καπετάν Μιχάλη» αποτελούν τα πιο Κρητικά μυθιστορήματα του Καζαντζάκη δείχνοντας το καθένα ένα διαφορετικό πρόσωπο της Κρήτης. Μπορεί ο Ζορμπάς από τεχνική άποψη να μην είναι το καλύτερο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη, είναι όμως το δίχως άλλο, το δημοφιλέστερο τόσο μέσα στην Ελλάδα, όσο κι έξω απ’ αυτήν.
Διαβάζοντας το Ζορμπά παραδίνεται κανείς στο διονυσιακό μεθύσι των απλών, πολύ ανθρώπινων ιδεών και του λαγαρού λόγου του κεντρικού ήρωά του, του καταπληκτικού, αληθινά επικούρειου «Γέροντα» του Καζαντζάκη. Από την πρώτη κιόλας ανάγνωση τυλίγεται με το μαγικό δίχτυ της ομορφιάς της Κρήτης που τόσο περίτεχνα υφαίνει ο συγγραφέας του . Βουλιάζει χαλαρωτικά στο γελαστό Κρητικό ακρογιάλι που ολόφωτο απλώνεται μπροστά του ζωγραφίζοντας γλυκά οράματα στην ψυχή και διεγείροντας σκέψεις ζωηρές  από τις γόνιμες συζητήσεις που έλαβαν χώρα εκεί για τον Θεό, τη λευτεριά και την πατρίδα, για τον έρωτα και τη γυναίκα, για το αόρατο και μελλούμενο. Οι ιδέες λοιπόν αντιπροσωπεύουν τον πραγματικό χαρακτήρα του μυθιστορήματος, ενώ η ατμόσφαιρα της μεσογειακής vitalite και της αυθεντικής κρητικής ζωής δεν είναι παρά το υποβλητικό περίβλημά του. Ο Ζορμπάς είναι ένα έργο για τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα, γραμμένο σε μια εποχή με πολύ ζωτικά βιοτικά και εθνικά προβλήματα είναι μια πρακτική φιλοσοφία για τον έρωτα, τον θάνατο και τον Θεό, σε μια εποχή όπου ο άνθρωπος πιέζεται για να εξασφαλίσει την  καθημερινή του επιβίωση. Διόλου παράδοξο, εν τέλει: πρόκειται για μια Ανθρώπινη αντίδραση στην Ανάγκη, για μια φυγή από το παρόν στο αιώνιο. Ο Καζαντζάκης στην Κατοχή, απομονωμένος στην Αίγινα, δύσκολα επικοινωνώντας με την Αθήνα, έφτασε στα όρια της λιμοκτονίας: « Οι μέρες μίκραιναν, τα τρόφιμα μας λιγόστευαν. Για να μην χάνουμε τις δυνάμεις μας μέναμε στο κρεβάτι. Τις πιο μαύρες μέρες της πείνας ο Νίκος έγραφε το πιο κεφάτο έργο του: τον Αλέξη Ζορμπά!», θυμάται η Ελένη Καζαντζάκη, ορθώς συσχετίζοντας τα αντίθετα , τη βιοτική απελπισία με την κεφάτη επίδοση στην τέχνη (Καζαντζάκη 1983: 473). Και ο ίδιος ο Καζαντζάκης γράφει σε επιστολή του αυτή την εποχή : «Δουλεύω πολύξέρω καλά: άλλη σωτηρία δεν υπάρχει» (Πρεβελάκης 1965:499,επιστ.275).
Στο μυθιστόρημα τώρα
3Τις πρώτες μέρες που ο Καζαντζάκης κι ο Ζορμπάς βρίσκονται στο Κρητικό ακρογιάλι κάνουν ένα διάλογο αποκαλυπτικό του βαθύτερου περιεχομένου του μυθιστορήματος.
- Μίλα καλά, αφεντικό! Φώναξε ο Ζορμπάς. Δεν ήρθαμε εδώ για κάρβουνο;
- Το κάρβουνο είναι η αφορμή, απαντά ο Καζαντζάκης. 
Έτσι, για να μη σκανταλίζεται ο κόσμος, για να θαρρούν πως 
είμαστε σοβαροί επιχειρηματίες, να μη μας πάρουν με τις λεμονόκουπες.
Κατάλαβες, Ζορμπά;
Στο σημείο αυτό ο Ζορμπάς συνειδητοποιεί ότι το αφεντικό δεν ενδιαφέρεται για επιχειρήσεις, λιγνίτη και κέρδη. Η δουλειά τους είναι να συζητούν και μεσ’ από τη συζήτηση ν’ ανακαλύπτουν τον άνθρωπο και να πάνε πολύ πιο πέρα ως τον Θεό.
Είναι γνωστό ότι ο Καζαντζάκης παρόλο τον ορθολογισμό του δεν απέκλειε καθόλου ότι μπορεί να υπάρχουν δυνάμεις οι οποίες δρουν έξω από το πεδίο της ανθρώπινης εμπειρίας και βέβαια, ως γνήσιος στοχαστής δε δίστασε να κοιτάξει τον Θεό και τον Δαίμονα κατά πρόσωπο. Αυτό μας αποκαλύπτουν τα ψυχανεμισματα με τον φίλο του τον Σταυριδάκη, ο οποίος βρισκόταν στον Καύκασο με αποστολή τονεπαναπατρισμό των Ελλήνων της περιοχής. Σε δύο μάλιστα διαφορετικά σημεία του μυθιστορήματος ο Καζαντζάκης σημειώνει ότι «ο αγέρας είναι γεμάτος φωνές και πνεύματα» και αλλού ότι «ο αγέρας είναι πυκνοκατοικημένος από πνεύματα».
Ο τρόπος με τον οποίο ο Καζαντζάκης αντιλαμβάνεται την παρουσία του Θεού στον κόσμο, την εποχή τουλάχιστον που γράφει τον Ζορμπά περνάει και μέσα από τον βουδισμό όπου αντιλαμβάνεται τη Θεϊκή υπόσταση ως ακατάλυτη δύναμη που μεταμορφώνει την ύλη σε πνεύμα. «Κάθε άνθρωπος, λέει μέσαστο μυθιστόρημα, έχει ένα κομμάτι από τον Θεϊκό αυτό στρόβιλο και γι’ αυτό κατορθώνει να μετουσιώνει το ψωμί και το νερό και το κρέας και να το κάνει στοχασμό και πράξη».
Σε άλλο σημείο του μυθιστορήματος ο διαλογισμός του Καζαντζάκη στο Μοναστήρι όπου είχε πάει για να υπογράψει με τον ηγούμενο τη συμφωνία για την εκμετάλλευση της ξυλείας του δάσους δίνει μιαν άλλην εκδοχή του Θεϊκού αφού προηγουμένως δηκτικά και σκωπτικά μαζί ελέγχονται τα κίνητρα του μοναχισμού, ο εν λόγω βίος και η παθολογία του, καθώς και το ήθος των λειτουργών του: «Έκλεισα τα μάτια γαληνεμένα. Ανάερη χαρά με συνεπήρε – σα νάταν όλη ετούτη γύρα μου η χλωρασιά Παράδεισο σα νάταν ο Θεός όλη ετούτη η δροσιά, η αλαφράδα, η νηφάλια μέθη. Αλλάζει πρόσωπα ο Θεός και χαρά στον που μπορεί να τον ξεκρίνει πίσω από την κάθε μάσκα.»
Αν τα δύο παραπάνω χωρία εκφράζουν Καζαντζακικά τη θεολογική άρση, η θέση θα έρθει λίγο παρακάτω σε ένα χωρίο κορυφαίας, κατ’ εμέ σύλληψης εξωλογικής θεώρησης της ζωής και μεταφυσικής αντίληψης των πραγμάτων επενδυμένο υφολογικά με δυνατή εικονοπλασία τεκμήριο λογοτεχνικού ταλέντου. Κι όμως ο δημιουργός ενός τέτοιου στοχασμού δεν αξιώθηκε ν’ αναγνωριστεί φιλόσοφος, αλλά μεγάλος «παραμυθάς» για το πεζογραφικό του ταλέντο. Ίσως, γιατί στον τόπο των αχόρταγα φιλοσοφούντων οι αληθινοί φιλόσοφοι απλώς περισεύουν. (…)4
- Εγώ θέλω να μου πεις από που ερχόμαστε και που πάμε. Του λόγου σου τόσα χρόνια μαράζωσες απάνω στις Σολομωνικές*∙ θα ‘χεις στύψει δυο τρεις χιλιάδες οκάδες χαρτί∙ τι ζουμί έβγαλες; Τόση αγωνία είχε η φωνή του Ζορμπά, που η πνοή μου κόπηκε, αχ, να μπορούσα να του ‘δινα μια απόκριση! Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση, μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη, μήτε η Νίκη∙ μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος. Τι ‘ναι πέρα από τον ιερό τρόμο; ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να προχωρέσει.
- -Δεν απαντάς; έκαμε ο Ζορμπάς με αγωνία. Δοκίμασα να δώσω στο σύντροφό μου να καταλάβει τι είναι ο ιερός τρόμος: 
- -Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, Ζορμπά, αποκρίθηκα, απάνω σ' ένα φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Το φυλλαράκι αυτό είναι η γης μας∙ τ' άλλα φύλλα είναι τ' αστέρια που βλέπεις να κουνιούνται μέσα στη νύχτα. Σουρνόμαστε απάνω στο φυλλαράκι μας, και το ψαχουλεύουμε με λαχτάρα∙ τ' οσμιζόμαστε, μυρίζει, βρωμάει∙ το γευόμαστε, τρώγεται∙ το χτυπούμε, αντηχάει και φωνάζει σαν πράμα ζωντανό. Μερικοί άνθρωποι, οι πιο ατρόμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου∙ από την άκρα αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά, κάτω στο χάος. Ανατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό γκρεμό, ακούμε ανάρια ανάρια το θρο που κάνουν τα φύλλα του γιγάντιου δέντρου, νιώθουμε το χυμό ν’ ανεβαίνει από τις ρίζες του δέντρου και να φουσκώνει την καρδιά μας. Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα, σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει... Σταμάτησα. Ήθελα να πω: «Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η ποίηση», μα ο Ζορμπάς δε θα καταλάβαινε και σώπασα.
Ό,τι διαπιστώνει ο ευαίσθητος αναγνώστης του μυθιστορήματος που εξετάζουμε είναι ότι η αγάπη και ο θαυμασμός που έτρεφε ο συγγραφέας για το πρόσωπο του Ζορμπά μετουσιώθηκε σε οίστρο που σαν ισχυρός άνεμος διαπερνά το ομώνυμο μυθιστόρημα από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα.5Δεν κάτεχα ακόμα τι μορφή να δώσω στο παραμύθι τούτο του Ζορμπά: ρομάντζο, τραγούδι, πολύπλοκο φανταστικό διήγημα της Χαλιμάς ή στεγνά, ξερά, να ξεσηκώσω τις κουβέντες που μου έκανε σ ένα ακρογιάλι της Κρήτης, όπου ζήσαμε, σκάβοντας για να βρούμε τάχα λιγνίτη. Ξέραμε καλά κι οι δυο πως ο πραχτικός αυτός σκοπός ήτανε στάχτη για τα μάτια του κόσμου, εμείς βιαζόμαστε πότε να βασιλέψει ο ήλιος, να σκολάσουν οι εργάτες, να στρωθούμε οι δυο μας στην αμμουδιά, να φάμε το χωριάτικο νόστιμο φαί μας, να πιούμε το μπρούσκο κρητικό κρασί και ν’ αρχίσουμε την κουβέντα.
Η σχέση των δύο ανδρών ήταν πραγματική και δεν αποτελούσε ευρηματικό δημιούργημα της φαντασίας του συγγραφέα. Χτίστηκε στη δυτική, την έξω ή Αποσκιαδερή λεγόμενη Μάνη που λούζεται γενναιόδωρα από τον ήλιο και ο Ταΰγετος φαντάζει εκεί σα μερωμένη τίγρη. Η ψυχή αναγαλλιάζει στη δαντελένια βοτσαλόσπαρτη ακρογιαλιά που ξεδιπλώνεται εφτά χιλιόμετρα μάκρος από την Καρδαμύλη ως τη Στούπα. Εκεί ακριβώς στο 6μικρό κόρφο της «Καλογριάς» και στο λιμανάκι της Στούπας με την ξανθή αμμουδιά το ψυχόρμητο του Ζορμπά μαγνήτισε το Καζαντζακικό πνεύμα μοναδικά κι απόλυτα. Εγώ, τις περισσότερες φορές, δε μιλούσα τι να πει ένας «διανοούμενος» σ’ ένα δράκο; Παραδέχεται ταπεινά στον πρόλογο του μυθιστορήματος ο Καζαντζάκης.
Πώς βρέθηκαν όμως οι δύο άντρες εκεί;
Στις αρχές του 1916 συμπτύχθηκε ένα γκρούπ για την εκμετάλλευση του μεταλλείου της Πραστοβάς γνωστό σαν ανθρακωρυχείο Καρδαμύλης. Στην ομάδα αυτή βρέθηκε από το φθινόπωρο του ’16 ο Καζαντζάκης νιόβγαλτος δικηγόρος από τον Πειραιά. Η τρυφερή ποιητική ψυχή του κι η αποστροφή στον πόλεμο τον έμπλεξαν στην επιχείρηση του μεταλλείου ευελπιστώντας ότι η ερημική ακρογιαλιά της Μάνης θα τον έσωνε από το μακελειό του πολέμου στα Βαλκάνια. 7Τον Ζορμπά τον αληθινό Γιώργη Ζορμπά τον ψάρεψε στο Άγιο Όρος. Βρισκόταν εκεί από το 1915 50 με 55 χρονών χήρος με τους δύο γιούς και τις τρεις κόρες του. Κρατούσε από γερή μακεδονίτικη ράτσα και καταγόταν απ’ ένα ψαροχώρι της Μακεδονίας, το Κολυντρό, τρεις ώρες με βενζινόπλοιο από Θεσσαλονίκη. Στην επιχείρηση του μεταλλείου οι άντρες έδεσαν αρμονικά. Ο Ζορμπάς ήξερε από μεταλλεία, πρόσφερε την πείρα και την εργασία του κι ο Καζαντζάκης τα χρήματα για την εκμετάλλευση. Ο Γιώργης Ζορμπάς ήταν ψηλός κοκαλιάρης, μα γεροδεμένος, χεροδύναμος με κορακάτα μαλλιά που μόλις άρχισαν να γκριζάρουν. Τα μάτια του γερακίσια, το μέτωπο πλατύ, το πηγούνι σουβλερό και τα’ αφτιά μεγάλα. Τα χέρια του ήταν ροζιασμένα από τη σκληρή δουλειά του κασμά και του σφυριού και το μυαλό του λιονταρίσιο, εύστροφο, έπαιρνε, όπως δηλώνουν οι Στουπιωτές που τον γνώρισαν, χίλιες στροφές στο δευτερόλεπτο. Η γνωριμία με τον Καζαντζάκη υπήρξε μοιραία και για τους δυο. Ο Ζορμπάς στάθηκε σαν ένας γκουρού για τον Καζαντζάκη κι ο Καζαντζάκης στάθηκε το μεγαλύτερο ορόσημο στη ζωή του Ζορμπά, μια έφοδο καινούργια που πλάτυνε τις γνωριμίες του και τον βοήθησε στην αποκατάσταση των παιδιών του.
8Ο Καζαντζάκης μεταφέροντας μυθοπλαστικά τη σχέση του με τον Γιώργη Ζορμπά στο κρητικό ακρογιάλι άλλαξε το σκηνικό του μυθιστορήματος κι έστησε την επιχείρηση του ορυχείου στην Κρήτη. Μαζί άλλαξε και το μικρό όνομα του ήρωα από Γιώργη σε Αλέξη Ζορμπά. Ο διανοούμενος Καζαντζάκης στο ρόλο του αφεντικού της εκεί επιχείρησης του μεταλλείου και ο Αλέξης Ζορμπάς στο ζωτικό ρόλο του αρχιεργάτη και  διονυσιακού χαροκόπου. Οι δύο άντρες ως ανθρώπινες υπάρξεις ανήκαν σ’ εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Ο Ζορμπάς ήταν άνθρωπος της δράσης. Ο Καζαντζάκης τυπικός εκπρόσωπος του ανθρώπου που είχε διαβρωθεί ανεπανόρθωτα από τον ευρωπαϊκό ορθολογισμό, και παρέμενε ένας άνθρωπος της θεωρίας. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο και ότι οι δυο τους που συγκροτούσαν τελικά ένα εκπληκτικό ανθρώπινο πρόσωπο, έμοιαζαν τόσο πολύ μεταξύ τους, όπως μια φωτογραφία με το αρνητικό της. Ο λογοτεχνικός Αλέξης Ζορμπάς συνυφασμένος με το πνεύμα της μπερξονικής φιλοσοφίας είναι η γνήσια έκφραση της ζωτικής ορμής του Μπερξόν, ο ιδεώδης τύπος του φυσικού ανθρώπου που ζει διονυσιακά σαν αδιάκοπη αποκάλυψη τη ζωή στην υπερακμή των φυσικών ιδιοτήτων του. Δίκαια μπορεί να καταταχτεί στην πινακοθήκη των αλητών της τέχνης. Βρίσκεται στον αντίθετο πόλο με τον πνευματικό ήρωα του μυθιστορήματος, τον αφηγητή και συνεργάτη του στο μεταλλείο, δουλεμένου στο καλούπι του ηρωικού πεσσιμισμού του Νίτσε. Είναι ο ανοιχτομάτης με το απολλώνιο ταλέντο που αυτοσαρκάζεται «χαρτοπόντικας». Βλέπει την αλήθεια και ξέρει το μηδέν της ζωής, είναι ο απαισιόδοξος, ο τραγικός ήρωας, το μόνο από τα πλάσματα του κόσμου που ξέρει πως το περιμένει ο θάνατος και που ο ακτιβισμός του είναι το όπιό του, το σπαθί του κατά της ματαιότητας.
Στο μυθιστόρημα λοιπόν το απολλώνιο στοιχείο του πνευματώδους συγγραφέα μεσολαβεί και καταγράφει τη θέαση του διονυσιακού, μια ένωση μοναδική και ανεξίτηλη στο χρόνο που δίνει θέση στον «ελληνικό κόσμο», την «αιώνια ελληνική τάξη». Όπως σχολιάζει ο Πήτερ Μπιεν οι απολλώνιες δυνάμεις του συγγραφέα, ως τώρα παράλυτες ή λαθεμένες σε κατεύθυνση, μπορούν πια να στραφούν στην εξαγορά της διονυσιακής πραγματικότητας γλιτώνοντας το Ζορμπά από τη διάλυση. Σε κάθε περίπτωση ο Ζορμπάς είναι η διαλεκτική ένωση ανατολής και δύσης, διονυσιακού κι απολλώνιου στοιχείου. 9Κορύφωση της ένωσης αυτής αποτελεί και στο βιβλίο και στην ομώνυμη ταινία του Κακογιάννη η σκηνή όπου το αφεντικό έπειτα από την καταστροφή του συστήματος εναέριας μεταφοράς στο οποίο στηρίζονταν όλες οι προοπτικές του ορυχείου του, ζητά από τον Ζορμπά να του μάθει να χορεύει.
«Έβλεπα το ζορμπά να χορεύει, λέει ο Καζαντζάκης στο ρόλο του αφηγητή κι ένιωθα για πρώτη φορά τη δαιμονικιάν ανταρσία του ανθρώπου να νικήσει το βάρος και την ύλη, την προγονική κατάρα. Καμάρωνα την αντοχή του, τη σβελτσέτα, την περηφάνια του»
Το αφεντικό μέσα από αυτή τη χορευτική εμπειρία ολοκληρώνεται ως διανοούμενος έτσι ώστε να γράψει το βίο του Ζορμπά, απόφαση που παίρνει στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Σχετικά με την ταινία όταν ο Μιχάλης Κακογιάννης ζήτησε από τον Μίκη Θεοδωράκη να την επενδύσει μουσικά κανείς δεν περίμενε ότι το βασικό μουσικό θέμα θα κατέληγε να γίνει ουσιαστικά συνώνυμο του κεντρικού χαρακτήρα. Ένα δίρρυθμο χασάπικο εμπορικά ενορχηστρωμένο κατέληξε να γίνει κάτι σαν εθνικός ύμνος και διεθνής φαντασίωση.(ΗΧΟΣ)



Η ταυτότητα του
λογοτεχνικού Αλέξη Ζορμπά
Ερμηνεία
Χωρία
10Ο Αλέξης Ζορμπάς λοιπόν είναι ο Δεινόσαυρος με το άσφαλτο ψυχόρμητο και το ζεϊμπέκικο κορμί που δεν ντρέπεται να κλαίει, αρκεί να μην είναι μπροστά σε άντρες κι είναι αρκετό ένα μόνο δάκρυο γυναίκας για να πνιγεί, πλήρως απελευθερωμένος από συμβατικά «πιστεύω» και στενά εθνικά ιδεώδη.
Δεν πιστεύω τίποτα.
Αν πίστευα στον άνθρωπο, θα πίστευα και στο Θεό, θα πίστευα και στο διάολο κι είναι μεγάλη φασαρία. Δεν πιστεύω σε τίποτα, παρά μονάχα στο Ζορμπά(…) Γλίτωσα από την πατρίδα, γλίτωσα από τους παπάδες, γλίτωσα από τα λεφτά. Λευτερώνουμαι, γίνουμαι άνθρωπος.
Αν μάθω πήραν την Πόλη οι Έλληνες, είναι το ίδιο για μένα αν πάρουν την Αθήνα οι Τούρκοι.
11Ο διονυσιακός Αλέξης Ζορμπάς μετουσιώνει τον πόνο στην άρρητη εκφραστική δύναμη του χορού.
Τέτοιο είναι το σκαρί μου.
Ένας διάολος είναι μέσα μου και φωνάζει και κάνω ό,τι μου πει. Κάθε που πάω να πλαντάξω, μου φωνάζει: «χόρεψε!» και χορεύω.
Τον διέπει μπερξονικά μια διηνεκής ζωτικότητα που μεταλλάσσεται σε ανθεκτικότητα στις δυσκολίες ξεπερνώντας με επιμονή κι αδάμαστη θέληση το ανθρώπινο μέτρο.
Εγώ όσο γερνώ κι αγριεύω.
Δεν το βάζω κάτω, θέλω να φάω τον κόσμο…
Είδες κάτι χιλιομπαλωμένα πανιά καραβιού με κόκκινα, κίτρινα, μαύρα μπαλώματα.
Τέτοια η καρδιά μου χιλιοτρυπημένη, χιλιομπαλωμένη, αέττητη.
12Αφοσιώνεται πλήρως σε ό,τι κάνει με μια εσωτερική δοτικότητα άκρατης δημιουργικότητας.
Είμαι παραδομένος στη δουλειά μου, τεντωμένος από τα νύχια ως την κορφή, γραμμή κατά πάνω στην πέτρα ή στο κάρβουνο που παλεύω, ή στο σαντούρι.
«Κι αν με αγγίξεις άξαφνα, αν μου μιλήσεις και κάνεις να στραφώ, μπορεί να σπάσω»
Η ζωή του καθαρόαιμη στο βάθος αμιγούς ψυχισμού στο εύρος άναρχης ελευθερίας και τρελής αποκοτιάς.
Ο κόσμος του Ζορμπά, όπως και για τους πρώτους ανθρώπους όραμα πηχτό τα’ αστέρια τον άγγιζαν, η θάλασσα σπούσε στα μελίγγια του, ζούσε χωρίς την παραμορφωτική μεσολάβηση του λογικού, τα χώματα, τα νερά τα ζώα, το Θεό… τον πρωτόγονο αυτόν άνθρωπο που ξεπερνώντας την κρούστα της ζωής – τη λογική, την ηθική, την τιμιότητα – φτάνει στην ουσία
13Κι η μεγαλοψυχία του έφτανε στο όριο της θεία επιείκειας. 
Ο Θεός του Ζορμπά δεν κρατά ζυγαριά, αλλά σφουγγάρι γεμάτο νερό, σα σύννεφο της βροχής… Και φαπ! Δίνει μια με το σφουγγάρι και σβήνει όλες τις αμαρτίες … ο Θεός είναι άρχοντας μεγάλος κι αυτό θα πει αρχοντιά: να συχωρνάς
Αυτό το διονυσιακό στοιχείο του μπερξονικού πρωτογονικού κι ακατέργαστου Ζορμπά μπόλιασε το απολλώνιο του πνευματικού ήρωα και συνεργάτη του μαγνητίζοντας τη σκέψη του 
Τον καμάρωνα που ήταν έτσι δυνατός και μπορούσε να σιχαίνεται τόσο τους ανθρώπους και συνάμα να ‘χει τόσο κέφι να ζει και να παλεύει μαζί τους
…Δεν πήγε στο σκολειό και το μυαλό του δε χάλασε. Είδε κι έκαμε κι έπαθε πολλά άνοιξε ο νους του, η καρδιά του πλάτυνε, χωρίς να χάσει την αρχέγονη παλικαριά της



Ιχνηλατώντας κανείς την ταυτότητα του Ζορμπά στις σελίδες του μυθιστορήματος προσωπογραφεί την εικόνα ενός πρωτογονικού όντος στα όρια μυθικού τέρατος, Δράκου, όπως τον αποκαλούσε ο ίδιος ο Καζαντζάκης.





Ιδεολογικό απόσταγμα
Στη φωτεινή περιδιάβαση των ιδεών που σταχυολογούνται στο πληθωρικό μυθιστόρημα του Ζορμπά ξεχωριστό ενδιαφέρον κατέχει ο ηρωικός μηδενισμός που διέπει τον πνευματικό ήρωα – αφηγητή καταλύοντας ό,τι τον διαμόρφωσε. Πρόκειται για μια ταυτόχρονη δόμηση και αποδόμηση των ιδεών για τη συνεχή ασφαλώς ενατένιση, την αέναη αναζήτηση.

Με την ανατολική επικάλυψη των αλληλένδετων δυνάμεων  του καλού – κακού η λευτεριά έρχεται μέσα από φονικά κι ατιμίες, ενώ η μεγαλύτερη έκφραση της παραμένει η εσωτερική μεταμόρφωση του ανθρώπου.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλούν η θέση για τη ζωτική λειτουργικότητα της ποίησης που καθιστά τη ζωή  δημιουργική προέκταση της και τους ποιητές ικανούς να δημιουργούν κάθε πρωί έναν καινούργιο κόσμο. Το ίδιο σημαντικές και οι ρομαντικές τοποθετήσεις πολιτικού χαρακτήρα για ένα είδος μυστικής Φιλικής Εταιρίας που θα πολεμά την αδικία.

Στην ίδια ανατολική απόχρωση η Βουδική εκδοχή της απλής και λιτοδίαιτης ευτυχίας, του ανιμισμού, της αθάνατης ομορφιάς που καταπατά το θάνατο, του παροντισμού στο όνομα της Ζωής που ‘χει τη διάρκεια της αστραπής και της αιωνιότητας που χωράει στην κάθε στιγμή που περνάει.

Τέλος στην προχωρημένη για την εποχή του Καζαντζάκη διεθνιστική αντίληψη μια ηρωική ευαισθησία εθνικού χαρακτήρα αναγνωρίζει στο όνομα του Ακρίτα τον αρχηγό της ράτσας μας που μάχεται ακαταπαυστα στις άκρες, στα σύνορα, στα κάθε σύνορα εθνικά, πνευματικά, ψυχικά.
Κι όταν οι σάλπιγγες των ιδεών σιγήσουν, την ψυχή του ευαίσθητου αναγνώστη διαχέει η λογοτεχνικήυφή μιας ανάγλυφης Κρητογραφίας που συνέχει τον ύμνο της Κρήτης από την μια  με την αρχέγονη από την άλλη βαρβαρική εθιμοτυπία του Κρητικού γλεντιού, του θανάτου, των γεωργικών και κτηνοτροφικών εργασιών. Η συγγραφική πένα διατρέχει το μέγα αρχοντονήσι, κακοτράχαλο και περήφανο, το κάνει να μοιάζει με καλή πρόζα και το κοσμεί περίτεχνα με εικόνες ηχητικές, οπτικές, οσφρητικές, σε κάθε περίπτωση αισθαντικές εικόνες του νου και ψυχής που ζωγραφίζουν πυρωμένες αμμούδες, καλόβολες ρομαντικές πρασινάδες, τριανταφυλλιά, κρασάτη θάλασσα κι ηδονικές όλο θλίψη ώρες ψιλής βροχής και μαζί αβέβαιες, ροδόφωτες υποβολές της Αυγής.
Με τις αισθήσεις ν’ αρμενίζουν μια σκέψη γυροβολάει στο μυαλό κλείνοντας κανείς συνεπαρμένος το βιβλίο Ποιος άραγε από τους δυο επικρατεί του άλλου; Ο φιλόσοφος ή ο λογοτέχνης Καζαντζάκης; Ο Άνθρωπος θα απαντήσω με μυθική υπερδύναμη ταλέντου καταρρίπτει, όπως τότε με το Τέρας της Σφίγγας, έτσι και τώρα κάθε τυπική φόρμα γράφει Ποίηση σε πρόζα από Οιστρήλατη φαντασία εμβαπτισμένη σε μια θαρραλέα ιδεολογική κατάδυση που ταξιδεύει στους αιώνες, γιατί το απόλυτο υπάρχει στο αληθινό κι η Αλήθεια έχει αντοχή στην πάλη, στους ανθρώπους, στο διωγμό, στο χρόνο, και ασφαλώς στην Ιστορία. 
Ευγνώμονες όλοι εμείς οι νεώτεροι για τη γραφή του κι ανεξίτηλη στο χρόνο η κατάθεση της!


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Γιάννης Αναπλιώτης «Ο Αληθινός Ζορμπάς κι ο Νίκος Καζαντζάκης», Διφρός 1960 Αθήνα.
Σελ. 81,97,101,107 – 110
Κ. Μητσάκης «Η Κρητική ματιά», Μελέτες για τον Νίκο Καζαντζάκη,
Α.Καρδαμίτσα Σελ. 42-43
Νίκος Καζαντζάκης «Το έργο και πρόσληψη», Πεπραγμένα Διεθνούς
Νίκος Καζαντζάκης «Το έργο και πρόσληψη», Πεπραγμένα Διεθνούς
Επιστημονικού Συνεδρίου 
Πανεπιστημιούπολη Ρεθύμνου 23-25 Απριλίου 2004, Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας (Ηράκλειο 2006      
Θεώρηση του Νίκου Καζαντζάκη Είκοσι χρόνια από το θάνατο του, Τετράδια
ευθύνης
Νικηφόρος Βρετάκος «Νίκος Καζαντζάκης Η αγωνία του και το έργο του», Π. ΣύψαςΧρΣιαμαντάς
Αθήνα ,Σελ. 635 - 654  
Νίκος Καζαντζάκης «Ο άνθρωπος, ο Δημιουργός, ο Ιδεολόγος» Άγνωστες
μαρτυρίες και ντοκουμέντα
Ελευθεροτυπία
Ρούλα Βουράκη,
                    φιλόλογοςερευνήτρια

Δεν υπάρχουν σχόλια: