( Ναι αυτού
του δικαστή !)
Μονομαχία
Στην πλατεία
κονταροχτυπήθηκαν
η Πίστη κι η Απιστία.
Έπεσε η μια νεκρή. Το σώμα της
απόμεινε στην άμμο, στο λιοπύρι,
απόμεινε στην καταφρόνια,
φοβέρα και διδαχή.
Όμως πληγώθηκε βαρειά κι η Πίστη
κι ανάπηρη στριφογυρίζει ανάμεσά μας
χολή γεμάτη κι υποψία.
Τρέμει το φως, τον ήχο των βημάτων,
τ’ αφανισμένα πρόσωπα και τα θλιμμένα
μάτια,
περνά τις νύχτες άγρυπνη, παλεύει
τον εφιάλτη που τη βασανίζει ν’ αποδιώξει,
εκείνη η μάχη πως δεν τέλειωσεν ακόμη,
Στην πλατεία
κονταροχτυπήθηκαν
η Πίστη κι η Απιστία.
Έπεσε η μια νεκρή. Το σώμα της
απόμεινε στην άμμο, στο λιοπύρι,
απόμεινε στην καταφρόνια,
φοβέρα και διδαχή.
Όμως πληγώθηκε βαρειά κι η Πίστη
κι ανάπηρη στριφογυρίζει ανάμεσά μας
χολή γεμάτη κι υποψία.
Τρέμει το φως, τον ήχο των βημάτων,
τ’ αφανισμένα πρόσωπα και τα θλιμμένα
μάτια,
περνά τις νύχτες άγρυπνη, παλεύει
τον εφιάλτη που τη βασανίζει ν’ αποδιώξει,
εκείνη η μάχη πως δεν τέλειωσεν ακόμη,
εκείνη η μάχη
πως δεν θα τελειώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου