Translate

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΠΑΤΑΡΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Στείλετε στο leonidasorf@gmail.com ένα κομμάτι από κάθε νέα έκδοση σας και θα το αναρτώ .

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Οι δημιουργοί δήλωσαν (ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ)




ΚΑΤΑΜΕΤΡΗΣΗ  (της Άννας Τσεκούρα)


Ένα, δύο, τρία, είκοσι.. εξήντα τέσσερα...
εκατόν τριάντα επτά δευτερόλεπτα που διαφεύγουν της προσοχής μου
μια που η προσοχή μου είναι στραμμένη στην
σταθερή και αμετάβλητη μοναξιά μου.
Δυο μέρες, τέσσερις, μια βδομάδα, μήνες...
Είναι αρκετά χρόνια τώρα που με βιάζουν
ασύστολα οι αλλαγές κι εγώ βαρέθηκα να αποταμιεύω σοφία και σύνεση.
Όρθια, καθιστή, ξαπλωμένη, γονατιστή...
όλες τις στάσεις και τις έζησα και τις προσευχήθηκα.
Είτε ως μάρτυρας είτε ως δαίμονας, φόρεσα
συμφορές και ψέματα και χόρεψα στης ακροθαλασσιάς το ξέσπασμα.
Έχω κοιμηθεί στο πάτωμα με εφημερίδα για στρωσίδι
και τα όνειρά μου ξέσκεπα...
Έχω κοιμηθεί στο πάτωμα δίχως εφημερίδα για στρωσίδι
μα τα όνειρά μου πεινασμένα πάντα εκεί...
Έχω κοιμηθεί και στο ακριβότερο ξενοδοχείο,
μα ο ύπνος μου ήταν δίχως όνειρα...
Έχω κοιμηθεί με το φως σβηστό και ας έτρεμα απο φόβο.
Πάντα φοβόμουν το σκοτάδι και τις δυνατές καταιγίδες,
άσχετα αν έγινα καταιγίδα η ίδια εντέλει...
Έχω κοιμηθεί με το φως ανοικτό
και το εκτυφλωτικό που εμπόδιζε την σκέψη να κοπάσει...
Ένα, τέσσερα, τριάντα τρία - όσα τα χρόνια του Χριστού - λάθη μετράω και πάντα λιγότερα μου βγαίνουν περιέργως.
Δεν καταδικάστηκα ως ένοχη ως σήμερα για τίποτε.
Καταδικάστηκα όλες τις φορές για την αθωότητά μου.
Βλέπεις, έχω κοιμηθεί με άντρες που με αγάπησαν πολύ αλλά εγώ καθόλου. Έχω κοιμηθεί με άντρες που τους αγάπησα πολύ
αλλά εκείνοι ήθελαν μόνο την κατάκτηση.
Έχω κοιμηθεί με τον Έρωτα και έχω ξυπνήσει με την Απώλεια πολλές φορές.
Αθώα ή ένοχη λοιπόν;
Στην καταμέτρηση των ύπνων μου,
μάλλον παρουσιάζομαι δικαίως αμφίβολη...
Μα θα σου πω τούτο...
Όσες Απώλειες μέτρησα, τόσων βουνών κατέκτησα τις κορυφές.
Δεν έχει άδικο η μοναξιά που με κυνήγησε.
Την σκότωσα όπου την βρήκα.
Στο πάτωμα με εφημερίδα, ή δίχως...
Στα δωμάτια των ακριβών ξενοδοχείων.
Στο σκοτάδι ή στον λαμπερό ήλιο, παντού, την εκτέλεσα την Μοναξιά.
Έζησα! Και να σου πω ένα μυστικό;
Θα συνεχίσω να την εκτελώ.
Θα Ζω ερήμην της!



Άννα Τσεκούρα ΚΑΤΑΜΕΤΡΗΣΗ  ,αυτό ειναι απο το βιβλιο μου που μολις εκδοθηκε "Για το Σημάδι Σου"
ειναι απο τα αγαπημένα μου γιατι ειναι εγώ κατά ένα τρόπο...

 



ΑΠΟΦΑΣΗ  (του Θανάση Πάνου )

Σκοντάφταμε στα ίδια τα βήματα μας. Αδειάσανε τα κρατητήρια της γης και ο πλανήτης άλλαξε τροχιά. Η τέλεια στιγμή των ευθυνών
.

Θανάσης Πάνου



Από Η αδηφάγα χαραμάδα του Θανάση Πάνου


Θανάσης Πάνου

Μνήμη
Αργύρη Χιόνη


Καύσωνας ...καθισμένοι στην αυλή του Αργύρη Χιόνη έπεσε η ματιά μας στο σκυλοσπιτάκι  μπροστά  από την πόρτα της οικίας του… Ο Αργύρης είχε βάλει  μερικά πανιά και είχε κλείσει την χαραμάδα που την χώριζε από το έδαφος… Για τους Σκορπιούς Θανάση, μετά  τη μεγάλη πυρκαγιά στο Θροφαρί  πολιορκούν το σπίτι…

Μερικά έρποντα,
Συμπεριλαμβανομένων  και των σκορπιών,
έλκονται από την χαραμάδα
της πόρτας του σπιτιού μου,
ίσκιοι  πίσω  από  θάμνους,
κάτω από πέτρες , πάνω σε δένδρα,
όντα που    καιροφυλακτούν
με μόνο στόχο,
στην χαραμάδα της δικής μου πόρτας
να γλιστρήσουν.
Ωστόσο,
κάθε που ανοίγω το παράθυρο
πασχίζω να αφουγκραστώ
ύποπτες κινήσεις μα πάντα
ο ηγέτης  βάτραχος αγορεύει,
έχοντας μάλιστα και την πλάτη
γυρισμένη στο δικό μου κόσμο.
Όμως γνωρίζω καλά,
πως είναι η στρατηγική τους,
ένας αντιπερισπασμός,  ένα πρόσχημα γαλήνης,
που θα οδηγούσε το άβατο
της υπέρ-ερωτικής μου πόρτας να διασχίσουν.
Κάποτε μάλιστα πλησίασε
σφυρώντας όλο χάρη με ανατολίτικο σκοπό
μια οχιά,
που παραλίγο να με υπνωτίσει.
Την πρόδωσε όμως το αδηφάγο βλέμμα της,
που έλαμψε χορεύοντας στις  χαραμάδας το ρυθμό.
Θυμάμαι ολοκάθαρα ότι τότε,
αγρίεψα περισσότερο και με καρφιά
και με στριγκλιές σφράγιζα την πόρτα
αλλά κάποιο καρφί συνάντησε
μέσα στην καρδιά μου την αθωότητα
και αποδέχτηκα έτσι,
την συνάθροιση των αντιπάλων μου.

Με τον καιρό,
η πόρτα γιγαντώθηκε
έγινε πλατυπόδαρο στόμα
με την χαραμάδα να χάσκει ελεύθερα
σαν χρόνια μελανηφόρα νύχτα,
βαμμένη από όλες τις αιμορραγούσες πληγές
των εφηβικών ονείρων.
Το σπίτι είναι πλέον
ένα μικρό κρατίδιο κυκλωμένο
από φλογισμένα έρποντα
που έρχονται από όλες τις κοιλάδες
των εφιαλτών
από τις χαλικιές της νεανικής κοίτης μου
απότοκα από σατανικές ωδίνες.
Με τα χρόνια,
έπαψα να πασχίζω για το μέλλον,
μιας και δεν μπορώ πλέον να εκτελέσω
ούτε τα καθημερινά μου καθήκοντα.
Με τον καιρό,
στα θετά παιδιά μου προστέθηκαν
και φυλές βουνίσιες σκαθαριών
που γύριζαν φαινομενικά άσκοπα
πηδαλιουχούμενα από την λοβοτομή τους
και εκεί έξω,
στις αγριελιές μου βατεύονται ηδονικά
πολλαπλασιαζόμενα, σφυρίζοντας
Πατέρα!
Πάει καιρός,
που δεν πίνω, δεν καπνίζω,
δεν τρώω ...
Και όταν πεταρίζουν τα βλέφαρά
Ζυμάρια  κούρασης και αϋπνίας,
ανοίγουν αμέσως στη σκέψη,
ότι από όλες τις πλευρές
και τις  απόκρυφες γωνιές,
μέσα και πάνω από το δέρμα της γης,
χιλιάδες  ράτσες,  θετά  παιδιά,
θα γλίστραγαν  κάτω από την πόρτα μου,
θα αφόδευαν,  σε ακόλαστους  έρωτες
θα επιδίδονταν
και με γλοιώδη αυγά θα γέμιζαν κάθε σπιθαμή
καταλαμβάνοντας όλες τις εσοχές του μυαλού μου.
Βέβαια, υπάρχει και η πιθανότητα
πίσω από την πόρτα μου
να είναι το απόλυτο κενό.
Έχω λοιπόν στην κουζίνα μου
δυο λόφους  άμμο  θερμή,
μίγμα  δικής μου επινοήσεως
που με μια βουτιά
το σώμα  μου θα εξαϋλώσω εθελοντικά.
Άλλωστε,
δεν πεθαίνουμε,
απλά γινόμαστε πιο δυνατοί
από όσο το σώμα μας  αντέχει.

Κουφάρι  φαγωμένο αυτό το σώμα  

δεν θέλω να το φανταστώ,
να ροκανίζετε
σαν πετσί κατσαρίδας,
αδηφάγα, λαίμαργα,
σε ένα συμπόσιο υδραυλικών
σε  σωληνώσεις σκουληκιών
με εσωτερικές  στοές
και απερίγραπτες διεξόδους
από τα  έρποντα νόθα παιδιά
και από την λιγοψυχία της πόρτας μου.
Οριακά ,
συνήλθα,
πριν ακριβώς ανοίξει
η έσχατη θύρα.
Προσπαθώντας να κρατήσω
την αξιοπρέπεια της λεοντής μου
αποφάσισα  την μετακόμιση
σε άλλο σπίτι,
χωρίς πόρτα,  χωρίς χαραμάδα.

Φυσικά,
με την σοφία του χθες
έλαβα τα μέτρα μου
και πρώτος, απαράκλητος
και μοναδικός όρος στη διαθήκη μου
είναι,
να παραδοθεί το σώμα μου στη φωτιά
και η τέφρα μου,
την χαραμάδα του σπιτιού μου
να σφραγίσει,
στομώνοντας,
στο γήινο καβούκι μου,
το προπατορικό  μας  αμάρτημα.
 
Θανάσης Πάνου






Από τη δουλειά του φίλου Θανάση Πάνου διάλεξα κι εγώ (Λεωνίδας Ορφανουδάκης ) το

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΡΑΚΟΣ ΒΡΥΧΑΤΑΙ…

Ο μέγας κοινωνικός δράκος έχει επιβληθεί παμπόνηρα και μεθοδικά πλήρως στη θέληση, βρυχάται και υφαίνει την νικητήρια καταγωγή του, σιδηρουργός που πεταλώνει την ελευθερία της βούλησης που στρογγυλεύει τις αρθρώσεις της επανάστασης. Είναι ο μέγας δάσκαλος της θεωρίας της πλήρους περιστροφής , ότι φεύγει - ξαναγυρίζει δεν υπάρχει η εξέλιξη , η δυνατότητα να δραπετεύσεις , γι αυτό σου ψιθυρίζει καθημερινά να απολαμβάνεις το λυντσάρισμα.

 

Με την συστολή του ζωτικού σου χώρου , ρουφάει τους ανασασμούς και χαρτογραφεί μια προσομοίωση της πραγματικότητας σε μικροφασματικές διαστάσεις.... Tο αόρατο συρματόπλεγμα μετατρέπεται σε δήμιο της κάθε απόφασης εξόδου γίνεται αυτόχειρας της ίδιας της ελεύθερης εικόνας που εγκλωβίζει στη σπηλιά που την οικεία μετατρέπει.

 

Αυτός ο εσωτερικός τρομοκράτης ο αποκλιμακωτής της λογικής και συνήγορος της απομόνωσης , είναι ο δικός σου δεσμοφύλακας που φύετε από την γέννησή εν σκότη, ρουφώντας από μέσα την κάθε πτήση σου. . Η παρουσία του αόρατου καταγραφέα είναι μια τροχιά που σε αφήνει στην ίδια όχθη, χωρίς να κατέχεις τίποτα στο ταξίδι της ακινησίας.  Αυλακώνει της ελλείψεις και προσφέρει απλόχερα μάσκες να ζεις όμορφα το μύθο της ύλης και της κωμικής σκιάς της. Ο κοινωνικός δράκος είναι ιδιαίτερα ευφυές ον τρυπώνοντας με την κάθε ανάσα, με την κάθε δρασκελιά , σε αντηχήσεις μέσα σου. Είσαι ο προικισμένος δημιουργός του γι αυτό σαν χορευτής χαίρεσαι την πτώση σου πάντα στον ίδιο τόπο με τον ίδιο απαράλλακτο ρυθμό.

 

Υπάρχει όμως μια υπερφυσική, ένα πεδίο δυναμικό στον κάθε άνθρωπο που αν αφουγκραστεί , αν πιάσει το αυτί τη δόνηση μιας νότας πνοής αέρινης , το σκέπτεσθαι γεννιέται και από αυτό απορρέει πετώντας η ελευθερία. Είναι το συναπάντημα με τη γη που σου φωνάζει να την ψηλαφίσεις και συλλέκτης της σοφίας της να ξαναβαπτιστείς. Ο κοινωνικός δράκος γεννήθηκε όταν επήλθε αυτή η ρωγμή από το έδαφος που ξυπόλητοι βλαστάναμε. Ο μεγαλύτερος ίσως τίτλος επανάστασης είναι να σε ελευθερώνει καθημερινά από την δική σου φυλακή το κλειδί της γήινης μουσικής , και γυμνός κολυμβητής να ρέεις σε ότι το πνεύμα μας αγγίζει.

 

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΡΑΚΟΣ


Η κοινωνική αφήγηση
αρχίζει πονηρά,
και γίνεται μόνιμα ριζωμένη κραυγή
στις πρωτόλειες ανισότητες
Κανείς δεν κατοικεί
έξω από τα στερεότυπα
ο μέγας κοινωνικός δράκος
εγκλωβίζει συνειδήσεις…
πόσα τα φαγωμένα ιδανικά...
 
Θανάσης Πάνου



Οι νεκροί 

της Ελένης Ιωάννου ( προτάθηκε από τον Γιώργο Νικολόπουλο)
 


Ελένης Ιωάννου


Οι νεκροί 

Μην κραυγάζεις… 

Θα σ’ ακούσουν οι νεκροί 

και θα ξυπνήσουν 

από τον μακάβριο ύπνο τους.

Και είναι άδικο

να έρθουν σ’ ένα κόσμο ηττημένο 

από την ανθρώπινη ματαιότητα.


Δύο ποιηματα από τον ΧΡΗΣΤΟ ΣΟΡΟΒΕΛΗ 

Μηδέν  

Αχ, αυτοί οι υπέροχοι κίβδηλοι ήρωες μας.
Αναζητούν μια προσπάθεια ανατροπής των υπαρχουσών καταστάσεων·
Διακρίνουν την αύξησή τους και ένα μαξιλάρι αναπαυτικό για τους ίδιους.
Πολεμούν τους συνανθρώπους τους, σε μακρινές χώρες, χωρίς να γνωρίζουν το γιατί
Mα συνεχίζουν για να τους γράψει η Ιστορία.

Όταν αντιληφθούν το αποτέλεσμα του μόχθου τους
Θα αναρωτιούνται κλαίγοντας.
Η νέα τάξη πραγμάτων αποκαταστάθηκε·
Εμπρός, σκεπάστε μόνοι τον τάφο της ύπαρξής σας.

Ιανουάριος 1991
 

ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΟΡΟΒΕΛΗΣ   2


Χ α ί ρ ε   α ι ώ ν α


Χαίρε αιώνα της υποταγής
της άκριτης σιωπής.
Ο άνεμος αδύναμος να παρασύρει το σύννεφο.
Δεν μπορώ να δω τα μάτια σου στα μάτια μου.
Οι δρόμοι ερήμωσαν, τα παιδιά φοβούνται,
δεν γνωρίζουν τι να εμπιστευτούν.
Οι νέοι ζητιανεύουν στην αγορά το δικαίωμα.
Χαίρε αιώνα τής υπομονής
της έρημης ψυχής.
Η θάλασσα αδύναμη να κυματίσει περήφανη.
Το χαμόγελο εγκλωβισμένο στο υποκριτικό τέχνασμα.
Τα αθώα μάτια δροσοσταλιά στην πνιγμένη αναπνοή της πόλης.
Το αγοράζειν άλλοθι τής λησμονιάς.
Δεν μπορώ να δω τα μάτια σου στα μάτια μου.
Χαίρε Αιώνα του προσκυνήματος.


Σοροβέλης Χρήστος
(2004)
 

Ακολουθούν 2 ποιήματα του (Χρίστου Παπουτσή)

Α) ΑΣΤΕΓΟΙ ΕΡΩΤΕΣ  
Ανοίγω τα παράθυρα.
Τούτο δεν είναι ηφαίστειο,
όμως,λάβα ξεχύνεται,
κόρη του ήλιου και του μετάλλου.
Άλλη φορά,πυρακτώνεται νύχτα.
Το φεγγάρι
δεν κατακαίει το αμάξι
μα,τις καρδιές.
Και τα κορμιά,
θερμότερα από λάβα,
σπινθοβολούν βεγγαλικά του έρωτα,
πάνω από μηχανικές φωλιές
που,στάθμευσαν
πλάι στο ακρογιάλι
 
Β) ΠΑΓΙΔΑ
Την ώρα που έφτασες,
δυό χέρια απλώθηκαν
να σ’ αγκαλιάσουν.
Τραβήχτηκες,
γιατί ήταν κάτι άγνωστο για σένα.
Δεν ήταν ξώβεργες,
για να σε παγιδέψουν,
ούτε ήταν συρματόπλεγμα,
για να σε φυλακίσει.
Ήταν τα δυό μισά κομμάτια
μιάς καρδιάς
που,άνοιξε να σε χωρέσει.
(Χρήστος Παπουτσής)
 
 Το ταξίδι 
Της Ρένας Μ Πέτρου   (Επιλογή Νικολόπουλου)


Το ταξίδι στη θάλασσα που μου υποσχέθηκες,
δεν το κάναμε.
Κι εγώ ετοιμαζόμουν μια ζωή.
Τα πρωινά με λαχτάρα γέμιζα βαλίτσες και
τ'απογεύματα έφτιαχνα διαβατήρια.
Κάθε μέρα...προσμονή.
Μα η θλίψη κάθε νύχτας ανέβαλε το ταξίδι.
Κι ενώ η αυγή ανέτειλε την προσδοκία
η δύση πάντα γεννούσε αναβολή.
Κουράστηκαν μαζί μου και τα πλοία


Τα χέρια του πατέρα -
Ρένας Πέτρου (Επελέγη από Παπαδόπουλο Αντ.)
Όποτε γύριζε ο πατέρας με τα χέρια αδειανά,
η μάνα -που τον είχε δει πρώτη απ'το παράθυρο-
έσπευδε να του πεί,να πλυθεί γρήγορα στη λεκάνη.
Λες και ήθελε να πλύνει την ντροπή του,
που θα μέναμε γι'άλλη μια μέρα νηστικοί.
Κι εκείνος την άκουγε και σκυφτός τά'πλενε με σαπούνι.
Έπειτα κάθονταν μαζί μας και μας έφτιαχνε παιχνίδια από ξύλο.
Η μάνα τον κοίταζε "κλεφτά",καθώς μπάλωνε ρούχα.
Δεν καταλάβαινε,πως δεν μας έννοιαζαν τ'άδεια του χέρια,
αλλά τα μάτια του που ήταν γεμάτα από εμάς.

Τα χειρόγραφα  Αντώνης Θ  Παπαδόπουλος
Εμβρόντητος κρατούσε τα χειρόγραφα που τού ‘δειξα
κι όχι για λάθη, κάποια πεζότητα των στίχων ίσως.
Πρόσεχε μόνο τα κόκκινα γράμματα,
συστήνοντάς μου αμήχανα κανονικό μελάνι.
Στάθηκε λίγο στην υγεία των ματιών,
στον κίνδυνο των κόκκινων γραμμάτων,
αν και το βλέπαμε κι οι δυο
πόσο κενά ηχούσαν τέτοια λόγια,
καθώς κρατούσε με δέος τα χειρόγραφα
και δάκρυζαν τα μάτια του θωρώντας με ωχρό,
σάμπως να τό ‘χε καταλάβει ξαφνικά
πως γράφεται η ποίηση.
Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος




 




Η Τιμωρία  (της Ρένας Μ.Πέτρου)

Σαλπάρισες απ'το μοναδικό λιμάνι,
σαν τον δραπέτη που αψηφάει τις ποινές.
Τώρα στα βάθη πολεμάς με "Ποσειδώνες",
τους κάνεις τάματα,να φέρουνε στεριές.

Μα δεν σ'ακούνε απ'των κυμάτων την αντάρα
ή σ'αγνοούνε,που δεν ξέρεις ν'αγαπάς.
Δεν θα τελειώσει το μοιραίο σου ταξίδι,
μέσα στο υδάτινο γαλάζιο...θα διψάς.

Ρένα Μ.Πέτρου
 
ΟΡΙΑΚΟ
 (ένα ποίημα του  Θανάση  Πάνου επιλεγμένο από τη φίλη μας Ρένα Πέτρου)

Κουφάρι φαγωμένο
αυτό το σώμα δεν θέλω να το φανταστώ,
να ροκανίζεται
σαν πετσί κατσαρίδας,
Αδηφάγα ,λαίμαργα,
σε ένα συμπόσιο υδραυλικών σε σωληνώσεις σκουληκιών
με εσωτερικές στοές και απερίγραπτες διεξόδους
από τα έρποντα νόθα παιδιά
και από την λιγοψυχία της ζωής
που το σχοινί μου δείχνει
καθημερινά
και το δένδρο που πότιζα
από μικρο παιδί.
Θανάσης Πάνου


Σκύψε  Αλεξ  Μηλ.

της είπα γλυκά
και άνοιξε τα πόδια,
έκλαιγε με σιγανά αναφιλητά,
με κοίταξε
τρυφερά,
σχεδόν παρακλητικά
και τ άνοιξε,
δειλά κι ελάχιστα,
έπειτα έσκυψε
κι ο φόβος της
είχε ηττηθεί:
στην αρχέγονη επιθυμία
της ηδονής,
το κορμί της
παρέδιδε•
και το κλάμα έγινε
βογγητό:
η αρχή της ζωής
AlexMil 23-05-2013
 
Περίμενα  (από Γεσθημανή Σιδερίδη)
Ήσυχα στο νησί. Όλα ήσυχα.
Το φεγγάρι κρεμασμένο απ’ τον ουρανό
Χύνεται κόκκινο στη μαύρη θάλασσα.
Ήσυχο και το φεγγάρι. Η θάλασσα ήσυχη.
Ήσυχες οι βάρκες. Ασάλευτες.
Εγώ με την ομπρελίτσα μου στο ένα χέρι
-τρόμαζε το κόκκινο φως-
και στο άλλο μια πράσινη άγκυρα
πάνω σ’ έναν αμίλητο βράχο.
Ήσυχη κι εγώ. Ο βράχος ήσυχος.
Περίμενα.
Περίμενα να σε φέρει ένα κύμα.
Ήσυχη κι η θάλασσα.
Γεσθημανή Σιδερίδη


 
ΟΡΦΕΑΣ ΣΠΑΡΤΙΩΤΗΣ από την ποιητική συλλογή του
''νυχτερινη περιπλανηση στις ανταυγειες του φεγγαριου''
 
Σάββατο βράδυ ,
ξεχειλίζει η πλάνα πόλη ,
με Σειρήνιες υποσχέσεις
αυτοπυρπολημένη η ανάγκη
παροπλίζει τις πεθυμιες σου
ακολουθεις το ρευμα
των φανταχτερών δρόμων
ξεχνιέσαι σε ξένες
στη φύση σου γιορτάδες
και κει
στο πρώτο σκίρτημα της Κυριακής
σου μένει μόνο
η αίσθηση της απώλειας
και το ταξίδεμα  της Σιωπής .
ΟΡΦΕΑΣ ΣΠΑΡΤΙΩΤΗΣ
 
 

ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ ΜΕ ΦΩΣ (Θεόδωρος Σαντάς,)

Θέλω να μιλήσω με φως
να αποποιηθώ το σύννεφο
της βροχής και τη σκοτεινιά
του βυθού.
Χρόνια κρατάει τούτη η πορεία
της ποίησης.
Να φτάσω επιτέλους εκεί
που καταργείται η ενδημική
των θνητών.
Ερημίτης και όσιος
εκεί που ακούς
των κυμάτων το ρόχθο
να απολυτρώνει των ανθρώπων
την ένδεια, και λες ευτυχώς

που υπάρχει κι η θάλασσα
εκεί που με την ποιητική του Θεού
απαλλάσσεσαι απ’ την άπνοια
και δε σε βουλιάζουν
στο μαύρο πέλαγο οι νύχτες
εκεί που σε εξαγνίζει το ψαροπούλι
το κύμα κι ο άνεμος
και ταράζει τον ύπνο σου
το άσπρο χαλικάκι στην παραλία
και του πεύκου το θρόισμα.
Εκεί που εισπράττεις ολόκληρη
την καλημέρα του ήλιου
και μυρίζει η ανάσα σου
ανεμώνες της θάλασσας.
Θέλω να βγω

χωρίς το αγκάθι του αχινού
και το φαρμάκι της δράκαινας
φως μες στο φως
ποιητής της αλήθειας
κι όσο αντέξω!


Θεόδωρος Σαντάς,Θεσσαλονίκη,19-4-2013

 

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
Στην Ελένη (3ο σχεδίασμα)

Σε είχα βρει
να μοσχομυρίζεις αγιόκλημα
στο περβάζι που κένταγες
δώδεκα Καλοκαίρια
και τα φεγγάρια έσταζαν
στίχους του Κλήδονα
κι εσύ παιδούλα, αθώα κι ανήμπορη
τους κρατούσες στον κόρφο σου
μη σε βρουν οι Χειμώνες γυμνή!

Τώρα σε ξαναβρίσκω
στις γιορτές του Κωνσταντίνου και της Ελένης
εκατόφυλλο τριαντάφυλλο της Ανατολής
με της αυγής το ρόδινο χρώμα
πάνω στα χείλη σου
αγιασμένο κύμα του Βόσπορου
που αφέθηκε να μετράει
της Παναγιάς μας τα "Χαίρε"
κρατώντας των αγγέλων τον ήχο
στον ανήσυχο ύπνο σου.

Τώρα σε ξαναβρίσκω
τραγούδι αυθεντικό
διαποτισμένο με τις προγονικές ιδέες
με μνήμες και συγχορδίες
που πονάνε και θλίβουν πολύ
μα η ελπίδα είναι ένας ήλιος
λίγο-λίγο θα μας φτάσει στη μεσουράνηση
λίγο-λίγο θα επιταχύνουμε το ρυθμό
θα ξεφύγουμε από τις Συμπληγάδες
η ζωή θα προχωρήσει
στον εύξεινο δρόμο της
στην Κοιλάδα με τις πεταλούδες
όσο μπορούμε κι όσο μας
το επιτρέπουν οι άνεμοι.
Τώρα το αγαπώ

μοιράζει καλημέρες του ήλιου
στην καλή σου την ώρα
χρώματα ανθισμένα
και στεφάνια του Μάη
Ελένη της ομορφιάς και του όνειρου!


Θεόδωρος Σαντάς
Θεσσαλονίκη 21-5-2013






ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ (Θεόδωρου Σαντά)

Κι αν με προδίδουν
άνθρωποι που ευεργέτησα
κι αν με πνίγει κάθε βράδυ η άπνοια
εγώ αναπνέω με την ελευθερία του στίχου
με την αγάπη των φίλων
με την καλημέρα του ήλιου!

Θεόδωρος Σαντάς,Θεσσαλονίκη,3-4-2013
 
 

 


Άτιτλο. V.  (Ευη Γκάλαβου Αγαπημένο της ποίημα)


 
Αγκυροβολημένη σε λευκό κρεβάτι,
να κοιμάμαι λυτρωμένη
που επιτέλους γεύτηκα τη ζωή.
Μέσα μου ακούγεται η τρικυμία της έξω θάλασσας
εσύ όρθιος,
δίπλα στις ανοικτές σημειώσεις.
Άνοιξα τα μάτια,
το δάκτυλο σου
είχε ματώσει από τις κίτρινες σελίδες
ρουφούσες βιαστικά λέξεις
αίμα
εικόνες
σκέψεις
μνήματα
χορταριασμένη ζωή.
Μάζεψα την άγκυρα
με βαριά βήματα σε έφτασα,
επιτέλους.
Σχημάτισα κύκλους αιώνιους μέχρι να σε αγγίξω.
Δυο βαθιές πληγές σε ένα δάκτυλο
σε εκείνο που γράφεις σε μένα
σε σένα
στους τοίχους
στις εικόνες που κρέμονται από τους γαλάζιους ουρανούς.
Κάλυψα με το κορμί μου
τη γυμνή σου σάρκα
ταξιδέψαμε με το λευκό κρεβάτι χωρίς άγκυρες.

Ευη Γκάλαβου
 
 

Δύο Ποιηματα του  ΑΝΤΩΝΗ Θ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ:
 Α) ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ

Τον άκουγε να μιλά
για κόπους και προσπάθειες,
γι' αγώνες να πετύχουν πλειοψηφία.
Απογοητευμένος έφυγε αθόρυβα,
αφού αυτός το γνώριζε καλά
πόσο είναι απλό και εύκολο
με τους πολλούς να είσαι.

ΑΝΤΩΝΗΣ Θ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

 


Β) ΤΑ ΑΛΛΑ ΕΜΠΟΔΙΑ

΄Ακουγε νέος για τα μάτια που κουράζονται,
όσο τα χρόνια περνάνε,
με το περίγραμματων πραγμάτων να θολώνει
και με το φως να γεμίζει σκιές.
Τώρα που πήρε να βαραίνει,
είδε με θλίψη πολλά ν' αλλάζουν.
Στρέφει το βλέμμα
συχνότερα πίσω και λιγώτερο μπροστά,
προσέχοντας το κρυμένο σαράκι
να φθείρει τις επιφάνειες,
να κάνει κούφια την ψύχα των πραγμάτων,
ν' αδειάζει τις νύχτες,
προπάντων τις μέρες
που κάποτε στενάζαν φορτωμένες
κι αυτός να κάθεται με τις ώρες ασάλευτος,
βλέποντας ωστόσο καθαρά,
τόσο καθαρά, που τον παίρνει το παράπονο,
μια και δεν είναι πάντα τα χρόνια
που εμποδίζουν τα μάτια να βλέπουν.


ΑΝΤΩΝΗΣ Θ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

 


Οίστρος    (του Ειρηναίου Μαράκη)  

Συγγραφικός οίστρος
το ξημέρωμα
και 'συ δίπλα μου,
με χαμόγελο
στα χείλη, ψιθυρίζεις
"άφησε το χαρτί
η ζωή που ψάχνεις
βρίσκεται εκεί που η αγάπη μας
συναντά την ελπίδα".

Λάμπει η ματιά σου,
ίδια η Σελήνη
φωτίζει ξαφνικά
άγνωστα μονοπάτια
και το φιλί σου
στα ανώριμα χείλη
καινούργιες ουτοπίες
χτίζει.
Συγγραφικός οίστρος
το ξημέρωμα
κάνει ζέστη, ιδρωμένο ταβάνι
μα κρυώνω.
Αφήνω στην άκρη
το χαρτί
και νιώθω
ότι μου λείπεις.

Ειρηναίος Μαράκης
///////////////////////
Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986. Απόφοιτος Λυκείου. Δραστηριοποιείται στα κοινά μέσα από τον χώρο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Μικρά πεζά και ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες λογοτεχνικές ιστοσελίδες. Αρθογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης και στο διαδικτυακό περιοδικό Babushka.
 
 

 


Διονυσιακή έκσταση


του Παναγιώτη Ξενάκη
 
Από το λογοτεχνικό – δημοσιογραφικό βιβλίο: «Δίδυμοι Πύργοι – Ήμουν κι εγώ εκεί!»
 
 

...Ανατολή...

...η Αλεξάνδρεια και η Σμύρνη...το μυστηριακό τους σαγήνευμα...
                                  ο Αιγύπτιος αυχμηρός αγέρας...
τα μισοφέγγαρα στο τέμενος με τα φαρδιά τόξα
                                      και τις ημικυκλικές κόγχες των μιναρέδων
                                                             εκείνο το μισοσούρουπο,
                                               κι ο μουεζίνης στον σεριφέ...
          …και να φτεροκοπούν στο καθρέφτισμα οι ίριδες…
Το θείο πλάσμα...κόρη σηψάντη και μεγαλέμπορα...
σοκολατί, ντελικάτη, τρυφερό στήθος, ροδαλό στόμα,
         νωχελή, αμυγδαλωτά μάτια,
                             που ξεχείλιζαν ψυχή, Ζωή και χρώμα
χέρια μάγισσας, σε πλάνευαν στον χορό τους
                      πόδια σμιλεμένα από τεχνίτη αδάμαντα
                                                λείο, ευωδιαστό, άτριχο δέρμα
το ηδυπαθές βάδισμα της...λευκό, αραχνοΰφαντο φόρεμα κι από μέσα
                                                       μια λεπτή σιλουέτα γυμνή...
η ζουμερή, χυμώδης, γεύση των μπουτιών της... ...η γεύση της...
ήταν υπέροχη ξαπλωμένη με ορθάνοιχτα τα πόδια...
                               ...ήταν υπέροχη όπως κι αν ήταν...
...κουνιόταν...                                  ...βογκούσε...
                   ...η λεκάνη της...                    ...η σάρκα της...
     ...τα μαλλιά της στο πρόσωπο...
                 εκείνο το βλέμμα της ξέφρενης διονυσιακής έκστασης...
η θελκτική, κοριτσίστικη φωνή της με την ανεπιτήδευτη,
                                                            αφελή χροιά...
           “...fuck me...fuck me...fuck me...”
               και ξεχύνονταν οι ευωδιές των ξέπνοων υγρών του έρωτα μας
…τα νερά της λάμπας καθώς έφεγγε στο μάρμαρο…
 
Παναγιώτης Ξενάκης

 
 
Δικαίωμα στην Άνοιξη της Ζωής  (της Ελένης  Ιωάννου)
 
Χορεύω έως εξαντλήσεως.
Αέρινος ο μανδύας που φορώ
διάφανος από τον ιδρώτα
κινείται μαζί μου ξεφτίζει,
κουρελιάζεται, παίρνει το σχήμα μου,
με ξεγυμνώνει στην Ανοιξιάτικη άχλη.
Με τις σκληρές  πουέντ  μου
ματώνω τα δάκτυλά μου,
μα συνεχίζω να θέλω να τις φορώ
και να χορεύω …να χορεύω…
ακούοντας τα κλειδοκύμβαλα της φύσης,
του ανέμου τις ριπές που τρελαίνονται
από το δυνατό φτερούγισμα
των αποδημητικών πουλιών.
Ότι αγγίζει με το φύσημά του
γίνεται ακατάπαυστη μελωδία.
Στα φύλλα των δέντρων που θροΐζουν,
το κελάηδημα των Ερωδιίδων
όταν ερωτοτροπούν στον αέρα
γίνεται τραγούδι ερωτικό
και η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου
καθώς ερωτοτροπώ κι εγώ χορεύοντας
στις ακροβατικές κινήσεις δεξιοτεχνίας
που απαιτεί η χορογραφία
της κορυφαίας του χορού,
της ποικιλόμορφης κι
ανεξερεύνητης ζωής μου.
Όσο η ανάσα μου θα αργοσβήνει
από την κόπωση τόσο θα ζωντανεύει
απ ’την πνοή της Άνοιξης.
Ανθίζω …κάθε στιγμή,
από το φως του ήλιου
τη μέρα παίρνω ζωή,
κρατώ τη ζεστασιά τη νύχτα
και συνεχίζω τον εξαντλητικό λευκό χορό
στο μειδίαμα της μέρας.
Η φθορά, ο πόνος, ο χρόνος,
δε με αποσπούν από το στόχο.
Το δικαίωμα στην Άνοιξη,
το δικαίωμα στη Ζωή
μου ανήκουν, κατηγορηματικά,
δικαιωματικά και αμετάκλητα.
 
Δικαίωμα στην Άνοιξη της Ζωής___
Καβάλα 22 3 2013___ Ελένη Ιωάννου
 
 
ΔΕΝ ΔΙΑΦΕΡΩ  (του Μανούσου Δασκαλάκη )
Είμαι μια λέξη εκδικητική.
Τους εχθρούς μου, τους πολεμώ
Τους φίλους μου τους αγαπώ.
Δεν μαχαιρώνω ποτέ πισώπλατα.
Δεν πολεμώ με τελειωμένους.
Μη νομίζετε ότι διαφέρω από
τις λέξεις που κάθονται δίπλα μου.
Έχω κι εγώ σαν λέξη, τις δικές μου
ιδιορυθμίες.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
 
 
 
Κοράκια      (από τον Γιώργο Νικολόπουλο)

Άσπρα κοράκια
μαύρα κοράκια
κρα!
(κρα…)

Βαδίζοντας ασταμάτητα κάτω από τον καυτό ήλιο, μέσα στη βροχή, στη χιονοθύελλα, οι σύντροφοι πέφτουν ένας ένας στις λάσπες, οβίδες σκάνε γύρω μας, πάνω μας, άνθρωποι χωρίς χέρια, χωρίς πόδια, χωρίς κεφάλι…

Τρέχουμε σαν τρελοί προς το απέναντι χαράκωμα, το απέναντι χαράκωμα είναι η ελπίδα, είναι η ζωή, είναι το φως, είναι η υπόσχεση για ένα ζεστό καλοκαιριάτικο απόγευμα με τη Μαρία, για ένα μικρούλικο ζευγάρι καλτσάκια, για το χαμόγελο στο ρυτιδιασμένο πρόσωπο της μητέρας…
Με την ξιφολόγχη να σκοτώσεις, να ζήσεις, να σκοτώσεις, να ζήσεις, να σκοτώσεις, να ζήσεις, μέχρι να… μέχρι
μέχρι να…

Άσπρα κοράκια
μαύρα κοράκια
κρα!
(κρα…)

Γιώργος Νικολόπουλος
 
 
 
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ    (από τον Γιώργο Νικολόπουλο)
 
Κάνανε τη νύχτα μέρα.
Τα πολυβόλα.
Στο Εκατερίνενμπουργκ.
Στο αναθεματισμένο Εκατερίνενμπουργκ...
 
Στη Μεγάλη Πορεία.
«Μεγάλη Πορεία» την ονόμασαν, οι ηλίθιοι...
Ήτανε σφαγή, κύριέ μου.
Μακελειό.
Βαδίζαμε και μας θέριζαν τα πολυβόλα.
 
Εκεί ο Βολόντια έχασε τα πόδια του.
Καημένε Βολόντια...
Εκεί ο Γκρίσα, ο Γκρίσα κύριέ μου, έφαγε μια σφαίρα στην κοιλιά.
Κατάφερε να κάνει τρία βήματα βαστώντας τ’ άντερά του, μέχρι που χυθήκανε στις λάσπες...
 
Κι’ εγώ, κύριέ μου;
Εγώ είμαι ακόμα εδώ.
Είμαι ακόμα εδώ...
 

 Γιώργος Νικολόπουλος
 
 
 
(κι ένα ακόμα από τον Γιώργο Νικολοπουλο)
«ΠΛΥΝΕ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΣΟΥ», ΕΙΠΕΣ
 
«Πλύνε τα δόντια σου», είπες. «Με την καινούργια μας αστραφτερή οδοντόκρεμα, με ενεργό φθόριο και οξείδιο τιτανίου, που θα τα κάνει να γυαλίζουν σαν καθρέφτες.
Λούσε τα μαλλιά σου. Με το υπέροχο σαπούνι με άρωμα αμύγδαλου, φασκόμηλου και άγριας λεβάντας, για να γίνουν πλούσια, πυκνά και στιλπνά.
Άλειψε το κορμί σου, με το νέο συναρπαστικό αφρόλουτρο με βότανα, αγριολούλουδα και σπάνια μεταλλικά άλατα».
 
«Και η ψυχή μου;» σε ρώτησα. «Τι θα μου δώσεις για να καθαρίσω την ψυχή μου;»
 
Με κοίταξες απολογητικά. «Δυστυχώς τέτοια προϊόντα δεν έχουμε», μου απάντησες. «Δεν υπάρχει αρκετή ζήτηση».


Γιώργος Νικολόπουλος

 
ματωμένες δάφνες  (από Σιδερίδη Γεσθημανή)
Μια ειρωνεία και σήμερα.
Ο ήλιος άχρωμος , θλιμμένος
στέκει μισός πάνω απ’ την Ακρόπολη.
Κουράγιο δεν έχει ν’ αντικρίσει
τις ματωμένες δάφνες .

Αιμορραγούν πληγωμένες
σε χέρια ντυμένα από σατέν,
καθώς περιφέρονται με εμβατήρια
σε μνημεία ηρώων.
-Αυτά τα ίδια χέρια- που ξεπούλησαν
Τις θυσίες των, δίνουν φόρο τιμής.
Όλοι χειροκροτούν ρυθμικά.
Κοχλάζει η γης αναθεματισμό.

-Ω, ήρωες , μάτωσε το μνημείο
Μόνο το αίμα θα θρηνήσω.
Μια ειρωνεία και σήμερα.
Με όση ελευθερία μ’ απόμεινε
Δε θα χειροκροτήσω.
Σιδερίδη Γεσθημανή


 
Ο φίλος Θεοχάρης  Παπαδόπουλος διάλεξε το ποίημα « Μην αργείς»  της Ρένας  Πέτρου 

Μην αργείς...
Τα σπίτια άδειασαν...Η οργή ξεχύλισε...
Κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους...
Παντού συνθήματα, φωνές...
Πιασμένοι χέρι-χέρι όλοι βαδίζουν...
Σε περιμένω...μην αργείς..
Ρένα Μ. Πέτρου
Και το δικό του ποίημα ( Πόρτες κλειστές)
ΠΟΡΤΕΣ ΚΛΕΙΣΤΕΣ  (Θ .Παπαδόπουλος)
Πόρτες κλειστές.
Μάταια χτυπάς να σου ανοίξουν.
Έξω χιονιάς και παγωνιά,
μέσα το τζάκι να ζεσταίνει.
Κι ούτε κατάλαβες,
πως και γιατί σε κλείδωσαν απέξω.
Χτυπάς γερά,
φωνάζεις, δεν σ’ ακούνε.
Μην περιμένεις,
πάρε τη βαριά.
Πόρτες που δεν ανοίγουνε τις σπάνε.
Θεοχάρης Παπαδόπουλος
 
Η ΑΦΗ   (από Kallia Vouli )

Ο χρόνος σταμάτησε
μετά τον αποχαιρετισμό
πάγωσε η τελευταία εικόνα
από τη ζωή μαζί σου
δεν βρεθήκαμε ποτέ ξανά από τότε
Εξαερώθηκε τόση αγάπη, τόσο πάθος
τόσο εμείς
έμεινε η σιωπή

Άραγε φοβήθηκαν οι στιγμές
και κρύφτηκαν;
Πόνεσαν τόσο πολύ
τα μυστικά μας, τα χάδια μας
οι νεανικές μας βεβαιότητες
και πέταξαν μακρυά
φοβούμενες μην επιστρέψουν
σαν ανάμνηση
και προκαλέσουν κραδασμούς
ταράξουν ισορροπίες
δημιουργήσουν το αναπόφευκτο;

Πάντως εγώ συχνά σε σκέφτομαι
τα βράδυα
θα ήθελα να ξέρω πώς διάβηκες
αυτό που θεωρείται πως είναι
η ζωή
 αν νιώθεις ήρεμος στους απολογισμούς
και αν έχεις και συ στα χέρια σου
την αίσθηση της δικής μου αφής

Kallia Vouli








 
                         Είναι ο Άνθρωπος - Μέτρονο Άνθρωπος - Τέλος ο Άνθρωπος
                                                             ή
                                 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟ ΔΙΗΝΕΚΕΣ
 
Οι αισθήσεις μου κυοφορήθηκαν στα Ομηρικά Έπή
Οι αισθήσεις μου αγκαλιάζουν την οσμή και την ευωδιά του καιρού μου
Οι αισθήσεις μου εκτείνονται στις επερχόμενες δονήσεις
 
Οι σκέψεις μου είναι πακτωμένες στους Έλληνες Φιλοσόφους
Οι σκέψεις μου ψιλοδουλεύουν το σημερινό γίγνεσθαι
Οι σκέψεις μου επεξεργάζονται τις αυριανές αναρριχήσεις τους
 
Τα συναισθήματά μου κυοφορήθηκαν στις Κλασικές Τραγωδίες
Τα συναισθήματά μου ευδοκιμούν στα πάθη του κόσμου μου
Τα συναισθήματά μου ανελίσσονται σε Πανανθρώπινη Αγάπη
 
                  Γιώργος Μετήλλιας
 
 
Το  σονέτο  της  πόρνης      (από sofia piperou)

Έμεινα λίγο πιο πίσω
και κοίταξα τις γόπες που πάτησε φεύγοντας.
Τι είναι τούτες οι στάχτες
που δε βρίζουν
που δε καίνε
που δε λησμονούν!
Και η πόρνη έφυγε καπνίζοντας το θυμάμαι
μα αντί για λέξεις άφησε κυκλάκια να εκραγούν.
Με κόκκινα αποτυπώματα από κραγιόν
και χυδαίες φωνές ικανοποίησης
πως στην αρχή ήταν γυναίκα
και έπειτα μια φωτιά τσιγάρου την έκανε πόρνη
και όλο το βράδυ κανείς άντρας δε λυπήθηκε
για τη πίσσα που κύλισε
δίπλα από τις καρέκλες τους.
Την ακολουθώ !
Πόσο μεγάλος ο αποχωρισμός
τρία τετράγωνα δρόμου
που μοιάζουν με την ιστορία όλων των αιμάτων
πολέμου, φτώχειας και έρωτα,
και το δικό της από ένα φτωχό έρωτα είναι.
Προσέχει τώρα τις σπασμένες βιτρίνες στην οδό Σταδίου.
Πόσο άσχημη θεέ μου σε κείνο το τοπίο!
Η πόρνη ξεμάκρυνε πολύ από τον καπνό
την έχασα μέσα στις σφαγές των εραστών
μα θα τη ψάχνω και θα την ποθώ
όπου βλέπω αίμα πελάτη
κι ας μπλέξω στο χειρότερο του κόσμου έγκλημα.
Και συ μοιραίος ακόμα
 με το ίδιο ποτό και με το ίδιο τσιγάρο
 έρωτα κοιμάσαι.
 

ΝΑΥΠΛΙΟ,11-08-12